Από Πειθαρχικό Συμβούλιο πέρασε ο αστυνομικός της Βουλής, ο οποίος κρατείται τον τελευταίο καιρό στις φυλακές Τρίπολης, μετά τις καταγγελίες της συζύγου του για ξυλοδαρμό και σεξουαλική κακοποίηση τόσο εις βάρος της, όσο και εις βάρος των τεσσάρων ανήλικων παιδιών της.
Ο αστυνομικός της Βουλής κατά τη διάρκεια του Πειθαρχικό Συμβουλίου, αρνήθηκε για ακόμη μία φορά πως κακοποιούσε σεξουαλικά τα ανήλικα παιδιά που απέκτησε με την 35χρονη επίσης αστυνομικό, τονίζοντας πως δεν υπάρχει ούτε ένας μάρτυρας που να επιβεβαιώνει εκτός από την 35χρονη σύζυγο του:
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Όσα έχει καταγγείλει η σύζυγός μου είναι εξωφρενικά και αναληθή. Μετά την καταγγελία της ακολούθησαν ιατροδικαστικές εξετάσεις οι οποίες με δικαιώνουν. Δεν υπάρχουν μάρτυρες υπέρ της συζύγου μου. Η μόνη που έχει έρθει ως μάρτυρας είναι μια γυναίκα με την οποία εγώ δεν είχα ιδιαίτερες επαφές και ήρθε να καταθέσει εναντίον μου ασύστολα ψεύδη», ανέφερε ο αστυνομικός της Βουλής.
Στη συνέχεια είπε ο 45χρονος: «Η σύζυγος μου βρίσκεται μόνιμα υπό βαριά αντιψυχωσική φαρμακευτική αγωγή και έχει νοσηλευτεί για αρκετό διάστημα. Υποτίθεται ότι ζητούσε βοήθεια από τους φίλους μας, αλλά ποτέ δεν αναφέρθηκε στην σεξουαλική κακοποίηση της ίδιας ή των παιδιών μας.
Κανείς δεν είδε και κανείς δεν άκουσε για βιασμούς και σεξουαλική κακοποίηση ούτε από την γειτονιά ούτε από την εργασία μας και είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς δεν ήρθε κανείς να καταθέσει εναντίον μου».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τι ανέφερε η 35χρονη στο Πειθαρχικό
Από την πλευρά της η 35χρονη αστυνομικός στην απολογία που έδωσε στο πειθαρχικό συμβούλιο επανέλαβε για μια ακόμη φορά όλα τα βασανιστήρια που φέρεται να έζησε στα χέρια του 45χρονου εκείνα και τα ανήλικα παιδιά της.
«Είχε τοποθετήσει κάμερες στο σπίτι και με παρακολουθούσε. Κατέγραφε τις σεξουαλικές πράξεις με κάμερα που τοποθετούσε σε ένα τρίποδο. Ήθελα πολλές φορές να μιλήσω για αυτά που συνέβαιναν, κυρίως όταν πρόσωπα του κοινωνικού μου περίγυρου έβλεπαν την άθλια κατάστασή μου από τις σωματικές βλάβες που μου προκαλούσε ο σύζυγός μου. Θεωρούσα ότι δεν θα με πίστευε κανείς», ανέφερε η 35χρονη αστυνομικός.
Η ίδια που είχε παραδεχτεί ότι έχει ασελγήσει σε βάρος των ανήλικων παιδιών της εξακολουθεί να υποστηρίζει πως αναγκάστηκε να το κάνει γιατί δεχόταν απειλές από τον 45χρονο:
«Δεν είχα ποτέ πρόθεση να κάνω όλες αυτές τις παράνομες πράξεις αλλά προχώρησα σε αυτές γιατί ο σύζυγός μου μού ασκούσε σωματική και ψυχολογική βία. Με απειλούσε και με εξανάγκαζε να προβώ σε αυτές τις πράξεις, ενώ ήμουν και η ίδια θύμα του. Εκείνος επιδρούσε κυριαρχικά και εξουσιαστικά στη βούλησή μου και έτσι, δεν μπορούσα να αντισταθώ στις υποδείξεις και τις εντολές του», τόνισε.
Η 35χρονη έκανε λόγο για ένα σπίτι κολαστήριο και μια μαρτυρική ζωή δίπλα στον προφυλακισμένο πλέον σύζυγο της. «Δεν τολμούσα να μιλήσω σε κανέναν. Φοβόμουν για την ζωή μου» ανέφερε.
Και συμπλήρωσε: «Με απομάκρυνε από τους δικούς μου ανθρώπους και ουσιαστικά με είχε κάνει έρμαιο. Δεν ήθελε ούτε τα παιδιά μας να αναπτύξουν φιλικές σχέσεις με κανέναν. Με χτυπούσε, με απειλούσε και δεν τολμούσα να μιλήσω σε κανέναν. Πήγαινα στη δουλειά μου χτυπημένη και με σημάδια τα οποία ακόμα έχω. Αν δεν έκανα ό,τι μου ζητούσε απειλούσε ότι θα σκοτώσει και εμένα και τα παιδιά μας».
Όπως φέρεται να έχει πει η 35χρονη στο Πειθαρχικό της Ελληνικής Αστυνομίας, εκτός από την ύπαρξη κάμερας, την οποία ο αστυνομικός της Βουλής τοποθετούσε σε τρίποδο, υπήρχε και ένα μικροφωνάκι.
«Ο κατηγορούμενος μου έλεγε ότι είχε κρύψει ένα μικροφωνάκι στο παλιό μας σπίτι για να παρακολουθεί τι έλεγα ακόμα και στη μητέρα μου. Ήθελε να ελέγχει τι λέω. Δεν μπορούσα ούτε για ψυχοθεραπεία να πάω γιατί φοβόταν ότι θα αποκαλύψω αυτά που συνέβαιναν. Ήξερα ότι είναι ικανός να κάνει πράξεις τις απειλές του και αυτό το πίστευα από πραγματικά περιστατικά, όπως ήταν η πτώση του γιου μας από το μπαλκόνι. Είχα λόγους να φοβάμαι.
Λειτουργούσα κάτω από τις πιέσεις και τις εντολές του συζύγου μου. Εκείνος είναι ο έμμεσος αυτουργός όλων των παράνομων πράξεων που έκανα. Προσφέρθηκαν και άλλα πρόσωπα να καταθέσουν υπέρ μου, καθώς ήταν αυτήκοοι μάρτυρες, αλλά έκαναν πίσω γιατί φοβούνταν τον ίδιο και πώς θα αντιδράσει», είπε στη συνέχεια η 35χρονη.
«Βγήκε το test DNA- Το παιδί είναι του αστυνομικού»
Ο Γιάννης Μπαρκαγιάννης, που είναι δικηγόρος της 35χρονης αστυνομικού, μιλώντας στο Live News ανέφερε ότι κατόπιν εξετάσεων DNA που έγιναν, το τελευταίο παιδί που γέννησε η επίσης αστυνομικός, πατέρας του είναι ο αστυνομικός της Βουλής.
Όσον αφορά την εντολέα του ο Γιάννης Μπαρκαγιάννης τόνισε: «Έχει κριθεί από ψυχιάτρους του κράτους ότι αποδεικνύεται ότι θα έκανε τα πάντα κάτω από τον τρόμο και τον φόβο, γιατί θεωρούσε ότι θα έκανε κακό σε αυτή και τα παιδιά της. Πραγματικά, είχε γίνει το υποχείριο αυτού του ανθρώπου».
«Η 35χρονη δεν είναι σε κατ’ οίκον περιορισμό. Είναι στο σπίτι της και μεγαλώνει το παιδάκι της. Βρίσκεται σε συνεχή παρακολούθηση από ψυχολόγους της ΕΛ.ΑΣ και από ιδιώτες. Οι ψυχίατροι, που την έλεγξαν, θεώρησαν ότι είναι ικανή να κρατήσει το παιδί της. Για τα άλλα παιδιά της εξακολουθεί να ισχύει το καθεστώς της απομάκρυνσης», πρόσθεσε ο δικηγόρος.
Ενώ όπως πρόσθεσε ο Γιάννης Μπαρκαγιάννης: «Οι παιδοψυχίατροι των δομών (που φιλοξενούν τα άλλα παιδιά της οικογένειας) έχουν καταθέσει στην Εισαγγελία ότι φρονούν μετά από πολύ έρευνα που έχουν κάνει στα παιδιά και της υπόθεση ότι θα ήταν καλό η μητέρα κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις να έχει μία επαφή με τα παιδιά».
Στις 30 Ιουνίου θα εκδικαστεί η πρώτη μήνυση που κατέθεσε η 35χρονη στις 18 Νοέμβρη και η οποία αφορά τους ξυλοδαρμούς της ίδιας και όχι των παιδιών της.