Η αλήθεια είναι ότι αφορμή για τις «σκέψεις» που ακολουθούν στάθηκε ένα σχόλιο – ανάλυση του Bloomberg το οποίο κατέληγε ότι στις ΗΠΑ σήμερα (7.11.2025) περίπου το μισό της καταναλωτικής δαπάνης προέρχεται από το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού (παραθέτω το σχετικό απόσπασμα πιο κάτω).

Και το ερώτημα που δημιουργήθηκε είναι αν τελικά και εμείς εδώ στην Ελλάδα γίναμε… Αμερική.

Γιατί αυτό; Μα στην Ελλάδα, κατά πως λέγεται από όλους οι δείκτες, «τρέχουν». Το ΑΕΠ αυξάνεται, οι εξαγωγές δεν σπάνε ρεκόρ αλλά αρχίζουν να αποκτούν κάποιο ορατό μέγεθος, οι επενδύσεις λένε ότι επιστρέφουν (πέραν του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ) και βέβαια το Χρηματιστήριο Αθηνών καταγράφει επιδόσεις που θυμίζουν τα χρόνια της ευφορίας.

Όμως πίσω από αυτή τη «βιτρίνα» μιας χώρας που μοιάζει να έχει αφήσει πίσω της την κρίση, μεγαλώνει μια σιωπηλή κοινωνική «δυσφορία». Κάτι που το είδαμε και στις ΗΠΑ με την εκπληκτική εκλογή Μαμντάνι στην Νέα Υόρκη.

Κάπου εκεί αναδύεται το ερώτημα: μοιάζουμε τόσο με την Αμερική; Όχι βέβαια με την έννοια της τεχνολογικής εκρηκτικής ανάπτυξης, αλλά με την άλλη πλευρά, αυτή της «ανάπτυξης» που συγκεντρώνεται στα χέρια λίγων, της ανισότητας που βαθαίνει και της διάχυσης του εισοδήματος που σταματά πολύ πριν φτάσει στα μεσαία και χαμηλά στρώματα. Και όσοι είναι έτοιμοι να διαμαρτυρηθούν για την συγκεκριμένη αναφορά θα παραθέσουμε την «άποψη» ανθρώπων που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν «Μαμντάνι» του κόσμου τούτου.

Η φράση «ένα τρίτο των Ελλήνων δεν συμμετέχει στην ανάπτυξη» δεν ανήκει σε κάποιον συνδικαλιστή ή αντιπολιτευόμενο πολιτικό.

Είναι λόγια του προέδρου του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχάνων, Σπύρου Θεοδωρόπουλου, σε δημόσια τοποθέτησή του στις 30 Οκτωβρίου 2024. «Είναι άνθρωποι θυμωμένοι. Άνθρωποι που ζουν ακόμη με μνημονιακούς νόμους και μνημονιακή ζωή». Πρόσθεσε βέβαια ότι ο μόνος τρόπος να βελτιωθούν τα εισοδήματα είναι «η αύξηση της παραγωγικότητας». Λίγους μήνες νωρίτερα, είχε δηλώσει με εξαιρετική σαφήνεια ότι «δεν είναι ακριβά τα προϊόντα, οι μισθοί είναι χαμηλοί», υπογραμμίζοντας το πρόβλημα της δραματικής μείωσης της αγοραστικής δύναμης που διατρέχει τα μεσαία και χαμηλότερα εισοδήματα.

Το μήνυμα είναι σαφές: το παραγόμενο πλούτο δεν τον «βλέπουν» όλοι.

Την ίδια ώρα, το Bloomberg σε πρόσφατο σχόλιό του, περιγράφει τη νέα ανισορροπία της αμερικανικής οικονομίας με λόγια που μοιάζουν επικίνδυνα οικεία με την εικόνα αυτή. «Το πλουσιότερο 10% των νοικοκυριών τροφοδοτεί σχεδόν το ήμισυ των συνολικών δαπανών στις ΗΠΑ, χάρη στη φρενίτιδα της χρηματιστηριακής αγοράς, ενώ οι οικογένειες με χαμηλότερο εισόδημα και η μεσαία τάξη υποχωρούν μπροστά στο υψηλότερο κόστος ζωής». Η περιγραφή θα μπορούσε να αφορά την Ελλάδα του 2025. Το άνω 10% του πληθυσμού, με μετοχές, ακίνητα και πρόσβαση σε χρηματοοικονομικά εργαλεία, απολαμβάνει μια περίοδο κερδών και καταναλωτικής ευχέρειας, ενώ ένα ευρύ φάσμα της μεσαίας και της χαμηλότερης εισοδηματικά τάξης βλέπει την αγοραστική του δύναμη να εξανεμίζεται.

Με άλλα λόγια – όπως συνηθίζουμε να λέμε από αυτές τις γραμμές – οι ανακοινώσεις για ρυθμούς ανάπτυξης άνω του ευρωπαϊκού μέσου όρου δημιουργούν εντύπωση ευημερίας, αλλά το πώς κατανέμεται αυτή η ανάπτυξη είναι άλλο ζήτημα.

Τα μεγάλα έργα, τα funds, η τεχνολογία και οι εξαγωγικές επιχειρήσεις αφορούν σχετικά περιορισμένο κομμάτι του πληθυσμού. Οι εργαζόμενοι στους κλάδους υπηρεσιών, η μερική απασχόληση, οι ελεύθεροι επαγγελματίες χωρίς σταθερή βάση μένουν στην άκρη.

Ο κ. Θεοδωρόπουλος υπενθυμίζει το αυτονόητο ότι η παραγωγικότητα είναι προϋπόθεση για αύξηση μισθών, αλλά το ερώτημα είναι πώς μοιράζεται το κέρδος της παραγωγικότητας, όταν αυτή επιτευχθεί. Αν αυξάνει μόνο το περιθώριο κέρδους των εταιρειών χωρίς παράλληλη βελτίωση του εργατικού εισοδήματος, η «ανάπτυξη» καταλήγει λογιστικό φαινόμενο, όχι κοινωνική πραγματικότητα.

Η Ελλάδα μετά τα εφιαλτικά μνημονικά χρόνια, φαίνεται να ζει ένα άλλο δυστοπικό παράδοξο. Οι εταιρικές κερδοφορίες και οι εξαγωγές είναι στα καλύτερά τους, οι δημοσιονομικοί δείκτες βελτιώνονται, αλλά τα νοικοκυριά συρρικνώνουν την κατανάλωσή τους.

Ακόμη και η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προειδοποιήσει ότι η εσωτερική ζήτηση παραμένει ασθενής, καθώς η απώλεια της αγοραστικής δύναμης των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων συνεχίζεται, κάτι που υπονομεύει τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης. Απέναντι σ’ αυτή την πραγματικότητα ο πρόεδρος του ΣΕΒ έχει μιλήσει για την ανάγκη ενός «νέου κοινωνικού συμβολαίου». Η πρότασή του ανεξάρτητα από αν συμφωνεί ή όχι κανείς μαζί του ή όχι, αποτελεί σαφώς μια έμμεση παραδοχή ότι η σημερινή «ισορροπία» δεν λειτουργεί.

Το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο στις δυτικές οικονομίες «όριζε» ότι η αύξηση της παραγωγικότητας θα συνοδευόταν από αντίστοιχη αύξηση μισθών και κοινωνικών παροχών. Αυτό το «άγραφο συμβόλαιο» έχει διαρραγεί όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη, και αποτελεί μία σαφή πραγματικότητα πλέον στην Ελλάδα.

Όταν το 10% του πληθυσμού κινεί την κατανάλωση και τροφοδοτεί τη μεγέθυνση, η οικονομία γίνεται ευάλωτη σε «κοινωνικά ρήγματα» και «πολιτικές ανατροπές».

Οι «θυμωμένοι» που περιέγραψε ο Θεοδωρόπουλος δεν είναι στατιστικό υποσύνολο, είναι η μισή χώρα. Αν η Ελλάδα συνεχίσει να βασίζει την πρόοδό της στην ευημερία λίγων εισοδηματικών ομάδων, κινδυνεύει να αντιγράψει τα πιο προβληματικά χαρακτηριστικά του αμερικανικού μοντέλου: χαμηλή κοινωνική κινητικότητα, επισφαλείς θέσεις εργασίας και κοινωνίες δύο ταχυτήτων και τριών ταχυτήτων. 

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας