Μελέτη που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες μέρες σε ξενόγλωσσο επιστημονικό περιοδικό από Έλληνες ερευνητές, αποδεικνύει πως το τραύμα στην εφηβεία μετά από μία μεγάλη, μαζική καταστροφή, μπορεί να στιγματίσει το άτομο για πολλά χρόνια στη ζωή του. Στην περίπτωση της φωτιάς της 23ης Ιουλίου 2018 στο Νέο Βουτζά και στο Μάτι, 1 στους 2 εφήβους εμφάνισε μετατραυματικό στρες.
H φωτιά στο Μάτι ήταν η φονικότερη στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους και η δεύτερη πιο φονική πυρκαγιά παγκοσμίως κατά τον 21ο αιώνα, μετά τις φωτιές στην Αυστραλία το 2009 που είχε ως αποτέλεσμα να πεθάνουν 180 άνθρωποι.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η ταχύτητα και δύναμη της φωτιάς αφαίρεσε 102 ανθρώπινες ζωές, με νεότερο θύμα ένα βρέφος 6 μηνών και γηρεότερο ένα άτομο 93 χρόνων. Επίσης, τουλάχιστον 164 ενήλικες και 23 παιδιά εισήχθησαν στο νοσοκομείο με τραυματισμούς, εκ των οποίων 11 ενήλικες σε σοβαρή κατάσταση. Όσον αφορά την καταστροφή που προκάλεσε, οι ζημιές σε οικονομικό και οικολογικό επίπεδο ήταν τεράστιες.
Και οι επιπτώσεις δεν σταματούν εδώ. Οι εμπειρίες όσων έζησαν αυτές τις στιγμές είναι πιθανό να έχουν μεγάλο αντίκτυπο στον ψυχισμό τους και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Όπως υποστηρίζεται και στην σχετική βιβλιογραφία της έρευνας, οι σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που, συχνά, αφήνουν οι φυσικές καταστροφές -κυρίως στα παιδιά και στους εφήβους– μπορούν να τους ακολουθούν μέχρι την ενήλικη ζωή τους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τι απέδειξε η πρώτη μελέτη σε παιδιά και εφήβους, μετά το καταστροφικό γεγονός
Η έρευνα που φέρνει στο φως το iatropedia.gr και είναι η πρώτη που δημοσιεύεται πάνω στο θέμα αυτό, πραγματοποιήθηκε από την Παιδοψυχιατρική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, στο ΓΝΠ «Η Αγία Σοφία», με κύριους ερευνητές τους: ομότιμο σήμερα Καθηγητή Παιδοψυχιατρικής Γεράσιμο Κολαΐτη, αναπληρωτή καθηγητή Παιδοψυχιατρικής Γ. Γιαννακόπουλο, ερευνητή ψυχολόγο Φ. Ζαραβίνο–Τσάκο, δρ. στατιστικό Χ. Τζαβάρα, καθώς και την δρ. παιδοψυχίατρο Μ. Παλαιολόγου (εκ μέρους της Ελληνικής Εταιρείας Αναλυτικής Ομαδικής και Οικογενειακής Ψυχοθεραπείας).
Τα ερωτηματολόγια χορηγήθηκαν τον Μάιο 2019 (10 μήνες μετά το συμβάν) σε δείγμα 393 εφήβων -οι 282 εκ των οποίων διέμεναν σε Ν. Μάκρη και Ραφήνα- μέσης ηλικίας 14,3 ετών.
Σκοπός της μελέτης, που δημοσιεύτηκε στις 11/11/2025 στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Child and Adolescent Trauma, ήταν να ερευνήσει τις ψυχικές επιπτώσεις από τη μεγάλη πυρκαγιά στο Μάτι το 2018 σε παιδιά και τους εφήβους.
Το iatropedia.gr συνομίλησε με τον επικεφαλής της μελέτης, διευθυντή τότε της Παιδοψυχιατρικής Κλινικής στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», Καθηγητή κ. Γεράσιμο Κολαΐτη, ο οποίος μας ανέλυσε τα αποτελέσματα της μελέτης.

«Οι μεγάλες φυσικές καταστροφές επιφέρουν σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας»
Κύριε Καθηγητά, η έρευνά σας δείχνει ότι σχεδόν ένας στους δύο εφήβους εμφάνισε συμπτώματα Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες (Post-Traumatic Stress Disorder, PTSD) μετά την πυρκαγιά στο Μάτι. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό για τη σημερινή ενήλικη ζωή αυτών των παιδιών, εφόσον δεν έχουν λάβει υποστηρικτικές παρεμβάσεις; Ποια βασανιστικά συμπτώματα εμφανίζουν σήμερα και τι πιθανότητες έχουν να απαλλαγούν από αυτά;
Γ.Κ.: Πράγματι, 10 μήνες μετά την τραγωδία στο Μάτι, βρήκαμε ότι ποσοστό 44,5% των εφήβων της μελέτης συγκέντρωσε κλινικά σημαντική βαθμολογία για εκδήλωση PTSD, η οποία συνδέονταν με διάφορες εμπειρίες έκθεσης στο γεγονός. Μετά από μια φυσική καταστροφή, σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού αναστατώνεται ψυχικά. Ωστόσο, με το πέρασμα του χρόνου η πλειοψηφία των πληγέντων, επανέρχονται στην πρότερη κατάστασή τους.
Παρόλα αυτά, ένα όχι ασήμαντο ποσοστό συνεχίζει να παρουσιάζει προβλήματα ψυχικής υγείας, ακόμα και πολλούς μήνες ή ακόμα και χρόνια, μετά το συμβάν, σύμφωνα με, τις πολύ λίγες, υπάρχουσες μελέτες παγκοσμίως.
Μια τέτοια προοπτική μελέτη παρακολούθησης (follow-up) 15 χρόνια μετά τον σεισμό της Αττικής του 1999, έδειξε συνολικά και επί μέρους (σε συμπτώματα άγχους και, κατάθλιψης) χειρότερη ψυχική υγεία σε εκείνους που είχαν εκτεθεί ως παιδιά στον σεισμό συγκριτικά με εκείνους που δεν είχαν εκτεθεί (ομάδα ελέγχου), από Θεσσαλονίκη (Giannakopoulos, Efstathiou et al, υπό δημοσίευση).
Υπάρχουν ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις εστιασμένες στο τραύμα που τεκμηριωμένα είναι αποτελεσματικές. Οι θεραπείες αυτές μπορούν να αλλάξουν τις αρνητικές επιδράσεις του ψυχικού τραύματος με την παροχή νέων εμπειριών που επανορθώνουν την εγκεφαλική λειτουργία και προάγουν τη νευρογένεση.
Το ίδιο αποτέλεσμα φαίνεται να έχουν συγκεκριμένα φάρμακα (αντικαταθλιπτικά) που χρησιμοποιούνται για πολύ ενοχλητικά συμπτώματα επαναβίωσης (ενοχλητικές σκέψεις, flashbacks, εφιάλτες κ.λπ.) ή για την κατάθλιψη που συχνά συνυπάρχει μετά την εκδήλωση σε τραυματικά γεγονοτα. Το μετατραυματικό στρες που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το ψυχικό τραύμα, εκτός του ψυχικού πόνου, έχει βρεθεί ότι συνδέεται με έκπτωση της λειτουργικότητας των ανθρώπων και με μείωσης της παραγωγικότητας (υπολογισμένη από μελέτες της περασμένης δεκαετίας πάνω από 3 δις. δολάρια ετησίως μόνο στις ΗΠΑ ).
Οι πιο ισχυροί παράγοντες κινδύνου που εντοπίσατε στη μελέτη σας, ήταν η σοβαρή βλάβη ή παγίδευση αγαπημένου προσώπου και ο προσωρινός χωρισμός από γονέα. Με βάση αυτά τα δεδομένα, τι πρέπει να αλλάξει άμεσα στον τρόπο οργάνωσης της πολιτικής προστασίας και της σχολικής υποστήριξης μετά από μια μαζική καταστροφή;
Γ.Κ.: Πράγματι, βρήκαμε ότι τα υψηλότερα ποσοστά συμπτωμάτων PTSD εκδηλώθηκαν σε εφήβους που: i) κατά τη διάρκεια της φωτιάς, είχαν κάποιο μέλος της οικογένειας ή κάποιον στενό φίλο, που αγνοούσαν την τύχη του, και ανησυχούσαν πάρα πολύ για την ασφάλειά του, και ii) που παγιδεύτηκε στη φωτιά κάποιο αγαπημένο τους πρόσωπο.
Οι παραπάνω παράγοντες κινδύνου συχνά συνυπάρχουν, και τα συστήματα υποστήριξης της κοινότητας πρέπει να τους διαχειρίζονται έγκαιρα, γρήγορα και αποτελεσματικά για την πρόληψη ψυχικών επιπτώσεων στους εφήβους μετά από μια καταστροφή. Αντίθετα, η ύπαρξη κοινωνικής υποστήριξης παρουσιάστηκε ως προστατευτικός παράγοντας, καθώς συνδέθηκε με λιγότερες δυσκολίες ψυχικής υγείας των εφήβων του δείγματος.
Το κράτος επομένως υποχρεούται να είναι μόνιμα προετοιμασμένο προκειμένου μετά από φυσικές καταστροφές (ή άλλα μεγάλα τραυματικά συμβάντα όπως λ.χ. τραγωδία Τεμπών) i) να παρέχει ψυχολογικές Πρώτες βοήθειες, με έμφαση στους παραπάνω παράγοντες-στόχους, ii) να ανιχνεύει στα σχολεία την έκταση και το είδος των ψυχικών επιπτώσεων και iii) να παρέχει με σωστή οργάνωση τις δέουσες θεραπευτικές παρεμβάσεις (χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα Fleurs-de-lis μετά τον τυφώνα Katrina στις ΗΠΑ).
Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, οι οικογένειες με ανήλικα τέκνα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και υποφέρουν από συμπτώματα μετατραυματικού στρες, άγχους, κατάθλιψης, δυσκολιών ύπνου κ.λπ. θα πρέπει να αναζητούν βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων. Επιπλέον, η συμμετοχή των γονέων στη θεραπεία είναι βασικό συστατικό της, αφού και οι ίδιοι έχουν συχνά δυσκολίες, και χρειάζεται να λάβουν ψυχοεκπαίδευση για να υποστηρίξουν, καταλλήλως και επαρκώς, το παιδί τους.
Στην μελέτη σας, στο σκέλος του ύπνου, η αύξηση της αϋπνίας μετά τη φωτιά είναι εντυπωσιακή. Πού «κουμπώνει» ο ύπνος στην αλυσίδα του τραύματος των εφήβων και ποιες πτυχές της ζωής επηρεάζει αυτό το πρόβλημα; Ποιες είναι οι διαστάσεις του;
Γ.Κ.: Σε άλλη δημοσιευμένη ερευνητική μας μελέτη (Giannakopoulos & Kolaitis, World J Psychiatry 2021), έχουμε δείξει πως τα προβλήματα ύπνου αποτελούν τις πιο συνηθισμένες μη-ειδικές συνέπειες των συμπτωμάτων στρες και ψυχικού τραύματος στα παιδιά και τους εφήβους.
Πιο συγκεκριμένα, προβλήματα ύπνου όπως π.χ. μικρότερη διάρκεια, αϋπνία επέλευσης, συχνές αφυπνίσεις, εφιάλτες, καθόλου ύπνος και πρώιμη αφύπνιση φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη επίπτωση σε εφήβους μετά από τραυματικά γεγονότα. Αξίζει να αναφερθεί πως οι δυσκολίες ύπνου με άσχημα όνειρα και εφιάλτες μπορεί να είναι σύμπτωμα μετατραυματικού στρες, άγχους, κατάθλιψης κ.λπ.
Στην παρούσα μελέτη για το Μάτι, το ποσοστό των εφήβων που έβλεπαν άσχημα όνειρα, εφιάλτες μετά τη φωτιά ήταν σημαντικά υψηλότερο, όπως και το ποσοστό εκείνων που πίστευαν ότι γενικά κοιμούνται λιγότερο από όσο θα ήθελαν συγκριτικά με πριν από την έκθεση στη φωτιά.
Σημαντικά περισσότερες δυσκολίες και σοβαρότερο μετατραυματικό στρες είχαν οι έφηβοι με αϋπνία μετά τις πυρκαγιές. Τα ποσοστά αϋπνίας (τόσο πριν όσο και μετά) μειώνονταν όσο υψηλότερο ήταν το επίπεδο κοινωνικής υποστήριξης των εφήβων.
Μπορεί ένα τόσο “σιωπηλό” σύμπτωμα, όπως η αϋπνία, να λειτουργήσει ως έγκαιρο σημάδι για τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας;
Γ.Κ.: Αυπνίες και εφιάλτες πιθανώς να είναι “σιωπηλά” συμπτώματα για τους γονείς, όχι όμως και για τους εφήβους, που μπορεί να υποφέρουν και σιγά σιγά να δυσλειτουργούν. Η διαχείρισή τους μπορεί να προστατεύσει από την ανάπτυξη συμπτωμάτων άγχους και κατάθλιψης που συνδέονται με το τραύμα.
Υπάρχουν, ωστόσο, και άλλα συμπτώματα εξίσου συχνά και περισσότερο “ήχηρά” που πρέπει να κινητοποιούν τους γονείς προς αναζήτηση βοήθειας από ειδικούς ψυχικής υγείας. Ειδικότερα, τέτοια συμπτώματα είναι εκείνα του μετατραυματικού στρες (επαναβίωση ή/και αποφυγή συμβάντος, αποπροσωποποίηση, αποσύνδεση, επίμονα αρνητικά συναισθήματα, υπερεγρήγορση), άγχους ή/και κατάθλιψης.
Ας μην ξεχνούμε όμως (ειδικοί, γονείς και εκπαιδευτικοί) και τις γνωστικές επιπτώσεις (π.χ. δυσκολίες συγκέντρωσης, μνήμης, αποστήθισης) και τις κοινωνικές δυσκολίες των εφήβων μετά από μια καταστροφή.
Η τραγωδία στο Μάτι παραμένει μια ανοιχτή πληγή για την ελληνική κοινωνία. Με βάση τα ευρήματά σας, τι θεωρείτε ότι οφείλει να κάνει σήμερα το κράτος —έστω και καθυστερημένα— για τους εφήβους που μεγαλώνουν κουβαλώντας την ψυχική σκιά εκείνης της ημέρας; Και γενικότερα, όλοι οι νέοι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν παρόμοια θέματα μαζικών καταστροφών, όπως και το πιο πρόσφατο γεγονός του δυστυχήματος των Τεμπών;
Γ.Κ.: Κεντρικό δίδαγμα είναι η πρόληψη στα γνωστά τρία επίπεδα, δηλαδή i) πρόληψη τραύματος, ii) έγκαιρη αντιμετώπιση μετατραυματικών καταστάσεων και iii) αποφυγή ψυχοκοινωνικής δυσλειτουργίας. Μια νέα μελέτη, 8 χρόνια μετά την τραγωδία προφανώς έχει νόημα, πρακτικό κσι επιστημονικό, να επαναληφθεί.
Η πολιτεία οφείλει να είναι πάντα προετοιμασμένη για την κάλυψη των συχνά σύνθετων ψυχικών αναγκών παιδιών και εφήβων με τραύμα με υπηρεσίες και εξειδικευμένους φορείς που το κράτος έχει χρέος να αξιοποιεί. Το τραύμα των ανηλίκων ανεξάρτητα προέλευσης (από τη φύση ή από τον άνθρωπο όπως π.χ. παιδική κακομεταχείριση, τροχαία και άλλα δυστυχήματα) είναι θέμα δημόσιας υγείας και μας προ(σ)καλεί όλους σε δράση.