Λιγότερο αποτελεσματικό, σε σχέση με το περσινό, ενδέχεται να είναι το φετινό αντιγριπικό εμβόλιο, σύμφωνα με το αμερικανικό CDC, με βάση αναφορές σχετικά με το πόσο καλά λειτουργεί σε πέντε χώρες της Νότιας Αμερικής.
Το αντιγριπικό εμβόλιο μείωσε τον κίνδυνο νοσηλείας για τις ομάδες υψηλού κινδύνου κατά 35% στην Αργεντινή, τη Βραζιλία, τη Χιλή, την Παραγουάη και την Ουρουγουάη, ανέφερε το CDC, όταν την περασμένη περίοδο γρίπης, το εμβόλιο είχε αποτελεσματικότητα 51,9% στις ίδιες χώρες.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου «μπορεί να είναι παρόμοια στο βόρειο ημισφαίριο», εάν οι ιοί της γρίπης που θα κυκλοφορήσουν είναι παρόμοιοι, επεσήμανε την περασμένη εβδομάδα το CDC.
Το πόσο καλά λειτουργεί το εμβόλιο στη Νότια Αμερική, όπου η περίοδος γρίπης διαρκεί από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο, παρέχει μια ιδέα για το πόσο καλά θα λειτουργήσει το εμβόλιο και στη Βόρεια Αμερική, όπου η περίοδος γρίπης διαρκεί συνήθως από τον Οκτώβριο έως τον Απρίλιο.
Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου γρίπης στη Βόρεια Αμερική, σύμφωνα με εκτιμήσεις του CDC, τα εμβόλια ήταν αποτελεσματικά κατά 41% με 44% στην πρόληψη της νοσηλείας λόγω γρίπης στους ενήλικες και κατά 52% έως 61% αποτελεσματικά στα παιδιά.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Υπενθυμίζεται ότι τα φετινά εμβόλια γρίπης είναι όλα τρισθενή (προστατεύουν από τρεις ιούς) και στοχεύουν στα τρία στελέχη που αναμένεται να κυκλοφορήσουν – H1N1, H3N2 και γρίπη Β (Victoria).
Νέα ανακάλυψη μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα για το εμβόλιο της Covid
Την ίδια ώρα, ερευνητές από τη Μελβούρνη ανακάλυψαν περισσότερους από 200 νέους υποψήφιους στόχους για τα εμβόλια κατά του ιού SARS-CoV-2 και της COVID-19, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη εμβολίων μεγαλύτερης διάρκειας, τα οποία θα εξασφαλίζουν και ευρύτερη ανοσία σε σύγκριση με τα υφιστάμενα.
Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Communications, οι ερευνητές εξέτασαν επτά πρωτεΐνες του ιού COVID-19 που θα μπορούσαν να αποτελέσουν στόχους για νέα εμβόλια.
Τα αρχικά εμβόλια που σχεδιάστηκαν για την καταπολέμηση του COVID-19 στόχευαν στην αρχική πρωτεΐνη ακίδα του στελέχους της Ουχάν. Ωστόσο, αν και η προσέγγιση αυτή οδήγησε στη δημιουργία αρκετών εξαιρετικά αποτελεσματικών και ασφαλών εμβολίων μέσα σε εντυπωσιακά μικρό χρονικό διάστημα, συνοδεύεται επίσης από ορισμένους περιορισμούς, καθώς ο ιός SARS-CoV-2 παρουσιάζει μεταλλάξεις στην πρωτεΐνη ακίδα, με αποτέλεσμα τα σημερινά εμβόλια να μην είναι τόσο αποτελεσματικά.
«Επίσης, τα αρχικά εμβόλια επικεντρώθηκαν στις αντιδράσεις αντισωμάτων όπου μεσολαβούν τα Β-κύτταρα για την ανάπτυξη ανοσίας. Τώρα γνωρίζουμε ότι η πρόσληψη του άλλου σκέλους του ανοσοποιητικού συστήματος, των Τ-κυττάρων, μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της ανοσίας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα», επισημαίνει η δρ Asolina Braun από το Monash Biomedicine Discovery Institute, πρώτη συγγραφέας της μελέτης.
Στη μελέτη οι ερευνητές περιγράφουν περισσότερα από 200 πεπτίδια που προέρχονται από τον ιό SARS-CoV-2, τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν στόχους για νέα και βελτιωμένα εμβόλια κατά του COVID-19 και επικυρώνουν ότι ορισμένα από αυτά τα πεπτίδια μπορούν να προκαλέσουν αποκρίσεις Τ-κυττάρων σε άτομα σε ανάρρωση.
Σύμφωνα με τη δρ. Braun, η COVID-19 εξακολουθεί να αποτελεί μεγάλο βάρος για τα συστήματα υγείας παγκοσμίως και «αυτό το συνεχιζόμενο βάρος προκαλείται κυρίως από την εξάπλωση πολλών νέων παραλλαγών. Έτσι, παραμένει μια ανεκπλήρωτη ανάγκη για ανάπτυξη νέων εμβολίων ικανών να στοχεύουν διάφορα στελέχη του ιού και να παρέχουν ευρεία προστασία στον παγκόσμιο πληθυσμό».
«Η επόμενη γενιά εμβολίων θα ωφεληθεί από την πρόκληση ανοσίας τόσο από Β-κύτταρα όσο και από Τ-κύτταρα έναντι πολλαπλών πρωτεϊνών της COVID. Η μελέτη μας αποκάλυψε υποσχόμενους υποψηφίους για την ανάπτυξη ακριβώς τέτοιων εμβολίων», συμπλήρωσε.
Πηγή: iatropedia.gr