Στα 45–50 δισ. ευρώ εκτιμάται το «μαύρο χρήμα» από παραοικονομία και φοροδιαφυγή στην Ελλάδα, φτάνοντας το 20,9% του ΑΕΠ το 2022.
Όπως αναφέρει το ΚΕΠΕ σε ανάλυση του, η παραοικονομία και η φοροδιαφυγή υποχωρούν μόνο όταν συνδυάζονται καθολικές ψηφιακές ροές δεδομένων (myData, e-τιμολόγηση, POS) με στοχευμένους ελέγχους βάσει ανάλυσης κινδύνου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τα 45–50 δισ. ευρώ που κυκλοφορούν εκτός ραντάρ της Φορολογικής Διοίκησης αντιστοιχούν περίπου στο 1 στα 5 ευρώ της οικονομικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, η παραοικονομία στην Ελλάδα υπολογίζεται στο 20,9% του ΑΕΠ (2022), πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και υψηλότερα από οικονομίες με παρόμοια χαρακτηριστικά, όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία. Η ποσοτική εικόνα είναι κρίσιμη για την κατανόηση του κενού εσόδων αλλά και του δημοσιονομικού χώρου που «χάνεται» κάθε χρόνο από μη δηλωμένη δραστηριότητα.
Γιατί επιμένει
Ο καθοριστικός παράγοντας στην Ελλάδα είναι η δομή της απασχόλησης. Η αυτοαπασχόληση έχει διαχρονικά υψηλό μερίδιο, κατά μέσο όρο 34,6% της συνολικής απασχόλησης την περίοδο 2003 – 2023. Στις μελέτες που συνοψίζονται στο ΚΕΠΕ, η αυτοαπασχόληση εξηγεί το μεγαλύτερο μέρος της διακύμανσης της παραοικονομίας σε σχέση με άλλους προσδιοριστικούς παράγοντες. Δευτερεύοντες αλλά σημαντικοί παράγοντες είναι η ένταση της χρήσης μετρητών στις λιανικές συναλλαγές και το βάρος των έμμεσων φόρων.
Η ψηφιακή στροφή των συναλλαγών και οι υποδομές διασταυρώσεων έχουν μειώσει αισθητά συγκεκριμένα κενά. Το έλλειμμα συμμόρφωσης στον ΦΠΑ εκτιμήθηκε στο 13,71% της δυνητικής υποχρέωσης το 2022, από περίπου 30% στο υψηλό του 2011. Η τάση είναι πτωτική από το 2018 και μετά, καθώς κλιμακώνεται η υποχρεωτική τροφοδότηση του myData, επεκτείνεται η διασύνδεση POS–ταμειακών και ενεργοποιούνται νέα εργαλεία, όπως το ψηφιακό δελτίο αποστολής. Η αύξηση των πληρωμών με κάρτες και η υποχώρηση των μετρητών στις συναλλαγές διευκολύνουν τον εντοπισμό αδήλωτης ύλης. Παρά τα βήματα, η Ελλάδα παραμένει πιο «μετρητοκεντρική» από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης καθώς αντιστοιχούν στο 42% της αξίας και στο 54% του αριθμού συναλλαγών στα POS.
Ο ρόλος των ελέγχων βάσει κινδύνου
Η διεθνής εμπειρία που παρουσιάζει το ΚΕΠΕ για 21 κράτη-μέλη δείχνει ότι οι risk-based έλεγχοι αυξάνουν σημαντικά το «hit rate», δηλαδή την αναλογία ελέγχων που εντοπίζουν παραβάσεις, ενώ ταυτόχρονα μειώνουν το λειτουργικό κόστος της διοίκησης και ενισχύουν τη φορολογική «προσπάθεια». Το συμπέρασμα είναι πως όταν τα δεδομένα κατευθύνουν τον έλεγχο εκεί όπου η πιθανότητα παράβασης είναι υψηλότερη, η αποτελεσματικότητα ανεβαίνει και το κόστος πέφτει. Για την Ελλάδα, όπου η παραοικονομία τροφοδοτείται έντονα από την αυτοαπασχόληση και τις μικρές επιχειρήσεις, η στοχευμένη ανάλυση κινδύνου είναι συμπληρωματικό εργαλείο στις ψηφιακές ροές τιμολόγησης και πωλήσεων.
Πού βρισκόμαστε και τι έρχεται
Η εικόνα είναι αντιφατική καθώς από τη μία, η παραοικονομία και η φοροδιαφυγή παραμένουν μεγάλες σε μέγεθος, καθώς η δομή της απασχόλησης και η επιμονή των μετρητών δυσκολεύουν την πλήρη καταγραφή. Από την άλλη, η συστηματική μείωση του κενού ΦΠΑ και η υπεραπόδοση εσόδων τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι η ψηφιακή συμμόρφωση δουλεύει. Το επόμενο κύμα περιλαμβάνει καθολικότερη e-τιμολόγηση, εμβάθυνση των αυτοματοποιημένων διασταυρώσεων στο myData, πλήρη αξιοποίηση του ψηφιακού δελτίου αποστολής και ενίσχυση μηχανισμών ανάλυσης κινδύνου με τεχνητή νοημοσύνη. Ο στόχος πολιτικής που τίθεται δημοσίως είναι η μείωση της παραοικονομίας κάτω από το 15% του ΑΕΠ έως το 2027, κάτι που, εφόσον επιτευχθεί, θα άνοιγε μόνιμο δημοσιονομικό χώρο.