Σύμφωνα με τη GEOAXIS, αναμένεται συνέχιση της αύξησης των αξιών στις παραθεριστικές κατοικίες, πιθανά όμως με χαμηλότερο ρυθμό
Στις Κυκλάδες, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα της GEOAXIS, οι μεγαλύτερες θερινές κατοικίες εντοπίζονται κυρίως σε τρία νησιά, τη Μύκονο, την Πάρο και την Κέα, όπου η διάμεση επιφάνεια φτάνει τα 240 τ.μ., επιβεβαιώνοντας τον πολυτελή χαρακτήρα της τοπικής αγοράς ακινήτων. Ακολουθεί η Σαντορίνη με 170 τ.μ. και η Σέριφος με 120 τ.μ., αντανακλώντας μικρότερες αλλά εξίσου περιζήτητες μονάδες.
Παράλληλα, σημαντικές είναι και οι διαφορές που καταγράφονται στη χρονολογία κατασκευής των διαθέσιμων ακινήτων. Στη Μύκονο, την Πάρο και την Κέα, οι κατοικίες είναι σχετικά νεότερες, με διάμεση ηλικία μόλις επτά έτη, γεγονός που συνδέεται με πρόσφατα κύματα επενδύσεων και τουριστικής ανάπτυξης. Στον αντίποδα, στα υπόλοιπα νησιά –και κυρίως στη Σαντορίνη και τη Σέριφο– τα διαθέσιμα ακίνητα είναι παλαιότερα, με τη διάμεση ηλικία να ξεπερνά τα δεκαπέντε, ακόμα και τα είκοσι έτη.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ψαλίδα ανάμεσα στις πολυτελείς και τις τυπικές θερινές κατοικίες διευρύνεται με θεαματικό τρόπο, κυρίως στους πιο δημοφιλείς και διεθνοποιημένους προορισμούς. Στη Μύκονο, μια πολυτελής εξοχική κατοικία μπορεί να κοστίζει έως και 5,6 φορές περισσότερο από μια τυπική, με τις τιμές των high-end ακινήτων να αγγίζουν τα 25.000 ευρώ ανά τετραγωνικό. Αντίστοιχα, στη Σαντορίνη η αναλογία φτάνει τις 5,8 φορές, με τις κορυφαίες τιμές να διαμορφώνονται στα 20.000 ευρώ ανά τετραγωνικό.
Στην Πάρο, η διαφορά φτάνει τις 4,2 φορές, ενώ στην Κέα και τη Σέριφο καταγράφεται πιο ήπια – στις 2,9 και 2,4 φορές αντίστοιχα – αν και και εκεί οι τιμές των πολυτελών κατοικιών μπορεί να φτάσουν έως και τα 16.000 ευρώ το τετραγωνικό. Πρόκειται για επίπεδα τιμών που αντιπροσωπεύουν τις υψηλότερες αξίες της τελευταίας δεκαετίας, με τη Μύκονο να σημειώνει τη μεγαλύτερη αύξηση, η οποία φτάνει στο 32% σε ορίζοντα δεκαετίας.
Σε ετήσια βάση, η ανοδική πορεία των τιμών συνεχίζεται, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να καταγράφονται στην Κέα (6,3%), τη Σέριφο (5,8%), τη Μύκονο (5,7%), τη Σαντορίνη (5,5%) και την Πάρο (4,5%). Παρά τη συνολική άνθηση της αγοράς θερινών κατοικιών, η πρόσβαση σε κατοικίες μέσης ποιότητας για μόνιμη χρήση έχει πλέον περιοριστεί δραστικά. Ειδικά σε νησιά όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, η ζήτηση από το εξωτερικό κυριαρχεί, την ώρα που οι Έλληνες αγοραστές αντιμετωπίζουν αυξημένα εμπόδια, όπως η έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης, η υψηλή φορολογία και η συνεχής συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος.
Έτσι, το χάσμα ανάμεσα στις πολυτελείς και τις τυπικές θερινές κατοικίες διευρύνεται, όχι μόνο ως προς τις τιμές αλλά και ως προς τις προδιαγραφές, το μέγεθος και την ηλικία των ακινήτων, διαμορφώνοντας μια αγορά δύο ταχυτήτων, όπου οι πιο σύγχρονες, μεγάλες και ακριβές κατοικίες συγκεντρώνονται σε λίγα νησιά και απευθύνονται σε περιορισμένο, υψηλό αγοραστικό κοινό.
Η φετινή τουριστική περίοδος δίνει μάλλον πολύ μικρά περιθώρια αισιοδοξίας, καθώς πέρα από τα προβλήματα υποδομών και ακρίβειας, προστίθενται και ζητήματα γεωπολιτικής φύσεως. Παρόλα αυτά, ο υπερτουρισμός, η αύξηση του κόστους υλικών, ημερομισθίων και ενέργειας, η αδυναμία εύρεσης συνεργείων, οι οριακές υποδομές, η κλιματική αλλαγή και το υπερβολικό κόστος προϊόντων και υπηρεσιών δεν φάνηκε να αποτυπώθηκαν (ακόμη) ως ανασταλτικοί παράγοντες αύξησης των αξιών, σε μια αγορά που ούτως ή άλλως απευθύνεται στο υψηλότερο εισοδηματικό τμήμα της κοινωνίας. Συμπερασματικά, αναμένεται συνέχιση της αύξησης των αξιών, πιθανά όμως με χαμηλότερο ρυθμό, εάν δεν υπάρξει κάποιο ιδιαίτερα αρνητικό γεωπολιτικής φύσεως γεγονός στους επόμενους 12 μήνες