Σε ιστορικά υψηλά κινήθηκαν οι άμεσες ξένες επενδύσεις το οκτάμηνο, ενισχύοντας το αφήγημα εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι καθαρές εισροές μη κατοίκων σε άμεσες επενδύσεις διαμορφώθηκαν σε 8,1 δισ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2025. Την επίδοση αυτή της ελληνικής οικονομίας την επεσήμανε στην εβδομαδιαία ανασκόπησή του χθες (26.10.2025) ο πρωθυπουργός τη λέγοντας πως οι ροές κινούνται σε επίπεδα ρεκόρ, συμπληρώνοντας την ευρύτερη εικόνα βελτίωσης στο εξωτερικό ισοζύγιο μέσα στο καλοκαίρι. Επιπλέον, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι πλέον δεν πρόκειται μόνο για ακίνητα, αλλά και για μεταποίηση, νέες τεχνολογίες και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το κρίσιμο ερώτημα όμως αφορά την ποιότητα των κεφαλαίων και τη διαρθρωτική επίδρασή τους. Τα πιο πρόσφατα ετήσια στοιχεία δείχνουν ότι τα ακίνητα είχαν σημαντική συμβολή στις εισροές του 2024, ενώ συνυπάρχουν και ροές σε μεταποίηση και υπηρεσίες. Η ουσιαστική δοκιμασία είναι αν τα νέα κεφάλαια κατευθύνονται σε παραγωγικές επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία και όχι μόνο σε συναλλαγές χαρτοφυλακίου ή σε λιγότερο παραγωγικές δραστηριότητες.
Παράλληλα με τα θετικά στοιχεία στις επενδύσεις, νέα μελέτη του Ελληνικού Παρατηρητηρίου του London School of Economics, αναδεικνύει επίμονα διαρθρωτικά «αδύναμα» σημεία. Καταγράφει πτώση παραγωγικότητας περίπου 16% από το 2009 έως το 2024 και μεγάλες μειώσεις πραγματικών μισθών συνολικά, με ιδιαίτερα βαθιά υποχώρηση σε κλάδους τουρισμού και εστίασης. Η ανάλυση περιγράφει μια «café economy», όπου η απασχόληση μετατοπίζεται προς κλάδους χαμηλής παραγωγικότητας, ενώ οι θέσεις υψηλής τεχνολογίας και βιομηχανίας δεν αναπληρώνονται με τον ίδιο ρυθμό. Με άλλα λόγια, η ποσότητα κεφαλαίων αυξάνεται, αλλά το ζητούμενο παραμένει η αλλαγή μίγματος.
Στην πράξη, το αν οι φετινές εισροές θα λειτουργήσουν ως μοχλός αναβάθμισης θα φανεί από στοιχεία όπως το αν το ποσοστό των επενδύσεων θα αφορά παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών, τον ρυθμό ενσωμάτωσης τεχνολογίας και δεξιοτήτων στις επιχειρήσεις και τη μελλοντική επίδραση σε παραγωγικότητα και μισθούς.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Συνολικά, τα φετινά στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα συγκεντρώνει κεφάλαια σε πρωτόγνωρα επίπεδα για τα δεδομένα της τελευταίας δεκαετίας, ωστόσο απομένει να φανεί ότι οι εισροές αλλάζουν πράγματι το παραγωγικό υπόδειγμα με ενίσχυση της μεταποίησης, επενδύσεις σε τεχνολογία και βιομηχανία, και αναβάθμιση ανθρώπινου κεφαλαίου.
Προς το παρόν, παρά την άνοδο των τελευταίων ετών με ώθηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, η παραγωγικότητα ανά ώρα στην Ελλάδα παραμένει χαμηλή σε σχέση με την Ευρωζώνη. Τα τελευταία ετήσια συγκρίσιμα στοιχεία δείχνουν ότι το επίπεδο της Ελλάδας ισοδυναμεί περίπου με το 50% του μέσου όρου της ΕΕ-27 και γύρω στο 43% του μέσου όρου της Ευρωζώνης.
Παράλληλα, οι πραγματικές ώρες εργασίας είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη (39,8 ώρες την εβδομάδα το 2023 έναντι περίπου 36 στην ΕΕ), οπότε το χάσμα δεν εξηγείται από λιγότερη δουλειά, αλλά από διαφορές σε κεφαλαιακή ένταση, τεχνολογία και οργάνωση.