Τον απολογισμό των τεράστιων ζημιών που άφησε πίσω της η σφοδρή κακοκαιρία που «σάρωσε» τη Λέσβο, προσπαθούν να υπολογίσουν κάτοικοι και αρχές, που είδαν τις πλημμύρες να καταστρέφουν σπίτι και επιχειρήσεις μέσα σε λίγες ώρες.
Μεγάλες καταστροφές και σοβαρές ζημιές έχουν προκληθεί τα τελευταία 24ωρα στη Λέσβο, μετά το πέρασμα της κακοκαιρίας με τα δύο βαρομετρικά χαμηλά που ήρθαν από την Ιταλία η οποία σταδιακά επηρέασε όλη τη χώρα. Τα ξημερώματα της Τρίτης σημειώθηκαν σφοδρές βροχοπτώσεις που προκάλεσαν πλημμύρες στο νησί.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τα σημαντικότερα προβλήματα σημειώθηκαν στη Σκάλα Καλλονής, η οποία «βούλιαξε» μέσα σε λάσπη και νερό, ήδη από το βράδυ της Δευτέρας. Μάλιστα, ο ποταμός Τσικνιάς φούσκωσε και «έσπασε» σε δύο σημεία, μετατρέποντας το λεκανοπέδιο σε μια απέραντη λίμνη.
Το νερό ξεπέρασε το 1,20 μέτρο, καταστρέφοντας εμπορεύματα, μηχανήματα και ηλεκτρονικό εξοπλισμό.
Οι εικόνες από τις καταστροφές που υπέστη το νησί είναι αποκαρδιωτικές. Οι δρόμοι εξαφανίστηκαν κάτω από το νερό, αυτοκίνητα έμειναν μισοβυθισμένα, ενώ σπίτια και επιχειρήσεις βούλιαξαν στη λάσπη, την ώρα που οι κάτοικοι της Λέσβου να προσπαθούν να σώσουν τις ιδιοκτησίες τους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ










Σύμφωνα με πληροφορίες, πυροσβεστική επιχείρησε με 15 οχήματα, πραγματοποιώντας πέντε απεγκλωβισμούς ηλικιωμένων από σπίτια που πλημμύρισαν, ενώ συνεργεία αντλούσαν νερά από υπόγεια και καταστήματα.
Πλημμύρες στο λεκανοπέδιο Καλλονής ανά τα χρόνια
Πλημμύρες στο λεκανοπέδιο της Καλλονής όπως και σήμερα, τον Ιανουάριο και το Μάρτιο του 1931. Και ξανά το 1931, και το 1953 και το 1963.
Στο αποθετήριο της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Μυτιλήνης, διαβάζοντας κανείς τον «Ταχυδρόμο» του 1931, την «Προοδευτική Λέσβο» του 1953, και τον «Λεσβιακό Κήρυκα» του 1963 διαπιστώνει κανείς ότι οι ίδιες μεγάλες πλημμύρες με σήμερα άφησαν και τότε πίσω τους ανείπωτες καταστροφές και πλήρη απόγνωση για τους κατοίκους.
Άνθρωποι που είδαν τις περιουσίες και τις καλλιέργειες τους να καταστρέφονται από τα ορμητικά νερά των χειμάρρων και του ποταμού Τσικνιά. Η μόνη διαφυγή ήταν προς τα γύρω υψώματα των Δαφίων, ενώ η προσπάθεια διαφυγής προς τη θάλασσα ήταν αδύνατη λόγω των πλημμυρισμένων δρόμων.
Η κατάσταση ήταν τραγική το 1931. Τα νερά κατέκλυσαν τα σπίτια, τα υπόγεια και τις αποθήκες, παρασύροντας λάδια, κάρβουνα, καφέδες, ζάχαρη, κρασιά και την περιουσία πολλών κατοίκων. Στην Καλλονή, μόνο, καταστράφηκαν επτά σπίτια, ενώ οι γύρω περιοχές, Τζουμαϊλή (Αρίσβη), Κεράμι, Αργιανά, Παπιανά, Σκάλα Καλλονής και Σουμούρια (προσφυγικός συνοικισμός) υπέστησαν επίσης σοβαρές ζημιές.
Οι φτωχοί πρόσφυγες των Σουμουριών κινδύνευσαν να πνιγούν μέσα στα σπίτια τους, από τα οποία τους έβγαζαν με δεμένα σχοινιά, όπως κατέγραψε η εφημερίδα «Ταχυδρόμος» που έγραφε: «οι φτωχοί πρόσφυγες εκινδύνευσαν να πνιγούν μέσα στα σπίτια τους απ᾿ τα οποία τους έβγαζαν μα δεμένα σχοινιά».

Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στην ανθρώπινη αλληλεγγύη και αυτοθυσία εκείνων των ημερών: Ο Μητροπολίτης Καλλονής Διονύσιος μερίμνησε για τη διανομή τροφίμων και την παροχή ιατρικής βοήθειας, ενώ οι τοπικές Αρχές, ο πρόεδρος της Κοινότητας Δ. Αγγελίδης, ο αντιπρόεδρος Ιγν. Θεοδωρακέλλης και ο αστυνόμος Χωροφυλακής Καλλονής κ. Σουμέλας, αλλά και ο υπενοματάρχης Ζαχ. Νίτσος ο οποίος «κολυμβών εντός του ποταμού προς διάσωσιν κινδυνευούσης οικογενείας κινδύνεψε να πνιγεί».
Η καταστροφή της γέφυρας του Τσικνιά, που είχε κατασκευαστεί επί Τουρκοκρατίας και είχε υποστεί φθορές, επιδείνωσε την κατάσταση. «Φρίκη και απόγνωσις η οποία μετεβλήθη σε πανικόν, όταν οι κάτοικοι της κωμοπόλεώς μας είδαν, μετὰ την υπερεχείλησιν των υδάτων του κεντρικού ποταμού του διερχομένου εκ της αγοράς, να κατέρχονται από το μέρος τού αμαξιτού δρόμου και από τα γύρωθεν χωράφια και τα απειλητικά ρεύματα του ως μεγίστου Τσικνιά, τα οποία, περνώντας απ᾿ τη συνοικία ”Χάνια” ηνώθησαν με το κεντρικόν ποταμόν και έτσι με νέον όγκον και ορμήν επήρχονες προς κάθε διεύθυνσιν ενσπείροντα την καταστροφὴν και την ερήμωσιν».
Ο «Ταχυδρόμος» γράφει:
«Ποιος ήταν ο μηχανικός που έφκιαξε το σχέδιό της και πού βασίσθη για να τροποποιήσει τούτο; Γιατί από 12 καμάρες που ήταν να γίνουν έφτιαξαν μόνον 9 από 12 μέτρα μήκος την κάθε μία. Εκτός αυτού χαμήλωσαν και την βάση του δρόμου του γεφυριού και εστένεψαν το πλάτος του έτσι που να μην μπορούν να περάσουν δυο οχήματα μαζί».
Οι προξενηθείσες ζημιές στις καλλιέργειες, τα σπίτια και τις αποθήκες υπολογίζονταν σε περίπου πέντε εκατομμύρια δραχμές, ένα τεράστιο ποσό για την εποχή.
Το 1953, οι υπερχειλίσεις του Τσικνιά κατέστρεψαν την πατατοκαλλιέργεια και προκάλεσαν ζημιές που ξεπερνούσαν τα δύο δισεκατομμύρια δραχμές, ενώ οι κοινότητες ζήτησαν τη διευθέτηση της κοίτης των χειμάρρων για να προληφθούν μελλοντικές καταστροφές.
Δέκα χρόνια αργότερα, το 1963, η γέφυρα του ποταμού Τσικνιά κοντά στην Αρίσβη υπέστη καθίζηση, δύο ανοίγματα καταστράφηκαν τελείως και η συγκοινωνία με το βόρειο τμήμα του νησιού διακόπηκε, καθιστώντας αναγκαία την πλήρη ανακατασκευή της.
Σχεδόν ένα αιώνα μετά, η σημερινή πλημμύρα δείχνει ότι τα πλημμυρικά προβλήματα συνεχίζουν να ταλαιπωρούν την περιοχή, υπενθυμίζοντας ότι «η θέσις όχι μόνον των κατοίκων της Καλλονής αλλά και όλων των χωριών… εξακολουθεί να είναι τραγικώς απελπιστική.