Στο χαμηλότερο επίπεδο της θητείας του μειώθηκε η δημοτικότητα του Ντόναλντ Τραμπ. Όλο και περισσότεροι Αμερικανοί εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους για τους χειρισμούς του Προέδρου των ΗΠΑ σχετικά με το κόστος ζωής, σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos.
Η τριήμερη δημοσκόπηση που ολοκληρώθηκε στις 26 Οκτωβρίου, έδειξε ότι το 40% των Αμερικανών εγκρίνει τις επιδόσεις του Ντόναλντ Τραμπ έναντι 42% στην έρευνα των Reuters/Ipsos που πραγματοποιήθηκε από τις 15 έως τις 20 Οκτωβρίου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η δημοτικότητα του Τραμπ έχει διακύμανση μίας ή δύο ποσοστιαίων μονάδων στις δημοσκοπήσεις των Reuters/Ipsos από τα μέσα Μαΐου. Το ποσοστό όσων αποδοκιμάζουν την απόδοσή του έχει αυξηθεί, από 52% στη δημοσκόπηση 16 – 18 Μαΐου σε 57% στην τελευταία έρευνα.
Ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές υποσχόμενος να αντιμετωπίσει την αύξηση του πληθωρισμού που έπληξε τον προκάτοχό του Τζο Μπάιντεν. Ωστόσο, οι Αμερικανοί δίνουν στον Τραμπ εξαιρετικά χαμηλή βαθμολογία για τον τρόπο διαχείρισης του κόστους που επιβαρύνει τα νοικοκυριά, και διπλάσιοι Αμερικανοί αποδοκιμάζουν τη διαχείριση του κόστους ζωής από όσους την εγκρίνουν. Ο ρυθμός του πληθωρισμού έχει αυξηθεί από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του ο Τραμπ τον Ιανουάριο, ενώ η αγορά εργασίας έχει αποδυναμωθεί, οδηγώντας την κεντρική τράπεζα της χώρας να μειώσει τα επιτόκια.
Ο Τραμπ και το shutdown
Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι πολλοί Αμερικανοί εκφράζουν περιορισμένη ανησυχία για τη συνεχιζόμενη διακοπή της λειτουργίας των ομοσπονδιακών υπηρεσιών (shutdown), τη δεύτερη μεγαλύτερη στην ιστορία των ΗΠΑ, το οποίο έχει οδηγήσει σε αναγκαστική άδεια εκατοντάδες χιλιάδες ομοσπονδιακούς υπαλλήλους. Περίπου το 29% δηλώνει ότι είτε δεν ενδιαφέρεται είτε είναι ικανοποιημένο από το shutdown, ενώ το 20% δηλώνει οργισμένο. Περίπου το 50% δηλώνει απογοητευμένο. Οι περισσότεροι ερωτηθέντες δήλωσαν ότι το shutdown είχε μικρό ή κανέναν αντίκτυπο στη ζωή τους.
Περίπου το 73% των ερωτηθέντων υποστηρίζει τη θέση των Δημοκρατικών για την ανανέωση των επιδοτήσεων για την ασφάλιση της υγείας που λήγουν στο τέλος του έτους, παρά τον αντίλογο περί αύξησης του ομοσπονδιακού ελλείμματος.
 
                    
             
     
     
     
     
     
     
    