Σταθερές στοχεύει να διατηρήσει τις ομοσπονδιακές δαπάνες (σ.σ. για μισθούς, άμυνα, υποδομές) η Ρωσία το επόμενο έτος, ενώ εξετάζει το ενδεχόμενο αύξησης των φόρων για να καλύψει το διευρυνόμενο δημοσιονομικό έλλειμμα, καθώς η δημοσιονομική πίεση από τον πόλεμο στην Ουκρανία συνεχίζει να αυξάνεται.
Το υπουργείο Οικονομικών της Ρωσίας έχει δεσμευτεί να διατηρήσει σταθερές τις δαπάνες μετά από συνεχόμενες ετήσιες αυξήσεις από το 2022, όταν ξεκίνησε η εισβολή στην Ουκρανία, σύμφωνα με πηγή που αναφέρει το Bloomberg.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι αξιωματούχοι έχουν επίσης προτείνει την αύξηση του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) από το 2026 και την επέκταση της επιβολής του σε ένα ευρύτερο φάσμα φορολογουμένων, μια κίνηση που θα μπορούσε να αποφέρει περίπου 1 τρισ. ρούβλια (12 δισ. δολάρια) σε ετήσια έσοδα, αναφέρει η πηγή.
Τα έξοδα που σχετίζονται με τον πόλεμο και η μείωση των εσόδων από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αναγκάζουν τη Μόσχα να εξετάσει σκληρές επιλογές που θα εξισορροπήσουν τον προϋπολογισμό. Η κυβέρνηση εξετάζει όχι μόνο αυξήσεις φόρων, αλλά και πιθανή ανακατανομή και περικοπή ορισμένων δαπανών για προγράμματα πολιτών, σύμφωνα με πηγές.
Η κυβέρνηση αναμένεται να υποβάλει τον προϋπολογισμό του 2026 στο κοινοβούλιο στις 29 Σεπτεμβρίου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Μια σημαντική εξέλιξη θα είναι η αύξηση του ΦΠΑ κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες, στο 22%, σύμφωνα με τις πηγές, επιβεβαιώνοντας τα πρώτα στοιχεία που δημοσίευσε το The Bell (ρωσικός οδηγός για τη ρωσική οικονομία). Επιπλέον, ο φόρος θα επιβληθεί σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό εταιρειών.
Οι εταιρείες με ετήσια έσοδα άνω των 60 εκατ. ρούβλιων καταβάλλουν ΦΠΑ στην κυβέρνηση, αν και στην πράξη συχνά μετακυλούν τον φόρο στους καταναλωτές με τη μορφή υψηλότερων τιμών. Το όριο θα μπορούσε να μειωθεί σε 10 εκατ. ρούβλια σε έσοδα, σύμφωνα με την πηγή.
«Πρέπει να ενισχύσουμε τον προϋπολογισμό, για να μπορέσει να ανταποκριθεί σε οποιεσδήποτε δυσκολίες αντιμετωπίσουμε», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ κατά τη διάρκεια ενός φόρουμ στη Μόσχα. Τα σχέδια του ΥΠΟΙΚ για τον προϋπολογισμό δεν είναι αμετάβλητα και, κατά τη διάρκεια του παρατεταμένου πολέμου, η κυβέρνηση έχει επανειλημμένα υπερβεί τους στόχους της.
Οι δαπάνες αναμένεται να φθάσουν τα 42,3 τρισ. ρούβλια, ή περίπου το 19% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), το 2025, μετά από μια προσαρμογή στα μέσα του έτους που πρόσθεσε 829 δισ. ρούβλια στο σχέδιο. Το δημοσιονομικό έλλειμμα αυξήθηκε απότομα από τον αρχικό στόχο του 0,5% του ΑΕΠ στο 1,7%. Η τελευταία αύξηση του ΦΠΑ αύξησε τον φόρο κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες το 2019.
Η κεντρική τράπεζα αντιτάχθηκε έντονα στην κίνηση αυτή τότε, προειδοποιώντας ότι θα τροφοδοτούσε τον πληθωρισμό. Τώρα φαίνεται λιγότερο ανήσυχη. «Εάν υπάρχουν πρόσθετες δημοσιονομικές δαπάνες, είναι καλύτερο να καλυφθούν από έσοδα παρά από αύξηση του ελλείμματος», δήλωσε νωρίτερα αυτό το μήνα η διοικητής της Τράπεζας της Ρωσίας, Ελβίρα Ναμπιουλίνα. «Εάν το έλλειμμα αυξηθεί, θα χρειαστούμε υψηλότερο βασικό επιτόκιο».
Οι ηγέτες των επιχειρήσεων έχουν αντιταχθεί στην ιδέα. Ο Αλεξάντερ Σοκίν, επικεφαλής της Ρωσικής Ένωσης Βιομηχάνων και Επιχειρηματιών, δήλωσε ότι οι αυξήσεις του ΦΠΑ είναι «οι πιο δυσάρεστες για τις επιχειρήσεις και τον πληθυσμό». Προειδοποίησε ότι οι υψηλότερες επιβαρύνσεις θα οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών. «Τελικά, θα είναι ο καταναλωτής που θα πληρώσει», είπε.