Ένα γιγάντιο αδιέξοδο σε σχέση με την επίτευξη των στόχων ως προς τις δαπάνες άμυνας της ΕΕ -και του ΝΑΤΟ- από πλευράς του συνόλου των χωρών – μελών τους περιγράφει η έκθεση του συμβουλίου των Γερμανών οικονομικών εμπειρογνωμόνων -των λεγόμενων και ως «σοφών» της γερμανικής οικονομίας – η οποία δημοσιοποιήθηκε προχθές (12.11.25) στο Βερολίνο.
Από τη μια μεριά, μέσω της χρέωσης των εθνικών προϋπολογισμών τους, τα κράτη – μέλη της ΕΕ (αν και σύσσωμα ψήφισαν το Μάρτιο του 2025 υπέρ του σχεδίου της αμυντικής ικανότητας ReArmEU)- έχουν προγραμματίσει να δαπανήσουν για την άμυνα κάτω από τα μισά λεφτά, τα οποία τους εξαιρούν οι Βρυξέλλες από τον κανόνα του ορίου αύξησης των δαπανών…
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Από την άλλη μεριά, στο Βερολίνο, αν και βλέπουν θετικά την αύξηση των κοινών αμυντικών δαπανών στον επόμενο Κοινοτικό Προϋπολογισμό, υπάρχει φόβος πως η αύξηση του κοινού ευρωπαϊκού χρέους, μέσω ακόμα μεγαλύτερης -σε σχέση με εκείνη που ήδη προβλέπεται – έκδοσης ομολόγων για την ενίσχυση των αμυντικών δαπανών θα «ντοπάρει» τα κίνητρα αθέτησης των εθνικών υποχρεώσεων τους των κρατών – μελών της.
Kαι όλα αυτά ενώ σήμερα (14.11.25) συναντήθηκαν στη γερμανική πρωτεύουσα οι υπουργοί άμυνας της πρωτοβουλίας των «5» για την ευρωπαϊκή άμυνα (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Βρετανίας και Πολωνίας), παρούσης της ύπατης εκπροσώπου της ΕΕ για εξωτερικές υποθέσης, Κάγια Κάλας.
1. Κάτω από τα μισά λεφτά θα δαπανήσουν τα κράτη – μέλη από την εθνική τσέπη τους
Πιο αναλυτικά, κάτω από τα μισά λεφτά, σε σχέση με εκείνα που θα μπορούσαν να ρίξουν στην άμυνα, θα δαπανήσουν οι χώρες – μέλη της ΕΕ από τον δικό τους εθνικό προϋπολογισμό.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αυτό αναφέρει η έκθεση του συμβουλίου των Γερμανών οικονομικών εμπειρογνωμόνων -των λεγόμενων και ως «σοφών» της γερμανικής οικονομίας – η οποία δημοσιοποιήθηκε προχθές (12.11.25) στο Βερολίνο. Συγκεκριμένα, η έκθεση αναφέρει πως «μόνο περίπου τα μισά κράτη μέλη έχουν κάνει χρήση της εξαίρεσης (σ.σ. Ρήτρας διαφυγής) μέχρι σήμερα».
Η ίδια έκθεση επισημαίνει πως «αυτό αντιστοιχεί σε πρόσθετες αμυντικές δαπάνες περίπου 293 δισεκατομμυρίων ευρώ, ή 45% του συνολικού όγκου που θα ήταν διαθέσιμο (σ.σ. 650 δισ. ευρώ) εάν όλα τα κράτη μέλη υπέβαλαν αίτηση για την εξαίρεση» από τον κανόνα περί ορίου αύξησης δαπανών.
Οι Γερμανοί «σοφοί» αναφέρουν παρακάτω πως «σε ορισμένες χώρες, η έλλειψη εφαρμογής πιθανότατα οφείλεται σε περιορισμένο δημοσιονομικό περιθώριο για πρόσθετο δανεισμό. Για παράδειγμα, ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Ιταλία και η Γαλλία, έχουν ήδη υψηλό χρέος. Σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία και η Αυστρία, η επίτευξη πολιτικής συναίνεσης για υψηλότερες αμυντικές δαπάνες είναι δύσκολη. Επομένως, η βραχυπρόθεσμη επιλογή που παρέχει η ΕΕ για τη χρηματοδότηση πρόσθετων αμυντικών δαπανών μέσω χρέους δεν μπορεί να αξιοποιηθεί πλήρως».
2. Περισσότερες αμυντικές δαπάνες από τον επόμενο Κοινοτικό Προϋπολογισμό
Από αυτήν την άποψη, οι Γερμανοί «σοφοί» στρέφουν τον βλέμμα στον κοινοτικό προϋπολογισμό και συμπεραίνουν πως: «οι μόνιμες ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες θα πρέπει να χρηματοδοτούνται από τον τακτικό προϋπολογισμό», εννοώντας τον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Πιο συγκεκριμένα, αναφέρουν πως «για την καλύτερη ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών συμβάσεων στον προϋπολογισμό της ΕΕ, η σύνθεση του προϋπολογισμού της ΕΕ θα μπορούσε να δοθεί μεγαλύτερη προτεραιότητα υπέρ των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών. Επί του παρόντος, ένα μεγάλο μέρος του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (ΠΔΠ) διατίθεται για γεωργικές πολιτικές και πολιτικές συνοχής. Αυτά τα κεφάλαια διοχετεύονται κυρίως σε οικονομικά ασθενέστερα κράτη μέλη της ΕΕ (Deutsche Bundesbank, 2025). Εναλλακτικά, ο προϋπολογισμός της ΕΕ θα μπορούσε να αυξηθεί μέσω υψηλότερων συνεισφορών από τα κράτη μέλη. Ωστόσο, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι αυτά τα πρόσθετα κεφάλαια προορίζονται για αμυντικές δαπάνες. Η μετατόπιση των δραστηριοτήτων προμηθειών από το εθνικό στο ευρωπαϊκό επίπεδο θα μετατόπιζε επίσης τις αντίστοιχες δαπάνες. Ενώ αυτό προσφέρει πλεονεκτήματα όσον αφορά τον επιθυμητό συντονισμό, δημιουργεί επίσης κινδύνους σε συνδυασμό με την κοινή χρηματοδότηση.
Ωστόσο, και οι δύο επιλογές είναι εφικτές μόνο μεσοπρόθεσμα και έχουν περιορισμένο όγκο χρηματοδότησης. Ενώ το μελλοντικό Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) προβλέπει σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης για την άμυνα και το διάστημα, ύψους 131 δισεκατομμυρίων ευρώ, αυτό ισοδυναμεί μόνο με 0,1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ ετησίως το 2024. Τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πρέπει να υποστηρίξουν μια πιο φιλόδοξη αναδιάταξη προτεραιοτήτων των προϋπολογισμών έρευνας και άμυνας, όπως προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να αυξηθούν οι αμυντικές δαπάνες. Για να διασφαλιστεί ότι τα κεφάλαια χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένους σκοπούς και με διαφάνεια για κοινές προμήθειες, τα κεφάλαια του προϋπολογισμού της ΕΕ που διατίθενται μέσω αναδιάταξης προτεραιοτήτων ή αυξήσεων θα πρέπει να διατεθούν στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διαχείρισης της Άμυνας (EDM) για κοινές προμήθειες. Επιπλέον, η χρηματοδότηση του EDM θα μπορούσε να συμπληρωθεί από μια ποσόστωση συνεισφοράς, η οποία, όπως και με τον προϋπολογισμό της ΕΕ, θα μπορούσε να βασίζεται σε ένα μερίδιο του εθνικού ΑΕΠ».
«Για την ταχεία αντιμετώπιση της υπάρχουσας καθυστέρησης στις αμυντικές δαπάνες, μπορεί κατ’ αρχήν να εξεταστεί η χρηματοδότηση με χρέος, όπως περιγράφεται στο Σχέδιο ReArm Europe», σημειώνεται στην ίδια έκθεση.
«Οι συγκεκριμένες απαιτήσεις χρηματοδότησης θα πρέπει να ποσοτικοποιηθούν με διαφάνεια και κατανοητό τρόπο εκ των προτέρων, ώστε να αποτραπεί η αναδρομική κάλυψη των ήδη προγραμματισμένων δαπανών από το χρέος.
Ωστόσο, ο εθνικός δανεισμός μπορεί να περιορίσει περαιτέρω το δημοσιονομικό περιθώριο των κρατών με ήδη υψηλούς λόγους χρέους προς ΑΕΠ.
Επιπλέον, η αμοιβαιοποίηση του χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο δημιουργεί σημαντικά προβλήματα κινήτρων: εάν οι κίνδυνοι ευθύνης μοιράζονται, μειώνεται το κίνητρο για τα μεμονωμένα κράτη μέλη να ακολουθήσουν ορθές και βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές. Τα κράτη θα μπορούσαν να αναμένουν ότι το υπερβολικό χρέος τελικά θα απορροφηθεί από την ΕΕ – με αποτέλεσμα την αναποτελεσματική χρήση των κεφαλαίων και την αύξηση των δημοσιονομικών αποκλίσεων εντός της ΕΕ».