Πολιτική

Ιθάκη: Ο αμετανόητος κ. Τσίπρας – 762 σελίδες για να πει ότι φταίνε μόνο οι άλλοι

Ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να αφηγηθεί την ιστορία και όχι να αναλάβει την ευθύνη για την διαμόρφωσή της. Και δυστυχώς κάποιοι δεν βρίσκονται εν ζωή για να τον επιβεβαιώσουν ή να τον διαψεύσουν

Σοφότερους δεν μας έκανε ο Αλέξης Τσίπρας με την «Ιθάκη» του για γεγονότα που ούτως ή άλλως έχουμε ζήσει με αρκετά εξ’ αυτών να έχουν αφήσει σημάδια για κάποιους ή και πληγές που δεν έχουν κλείσει για κάποιους άλλους. Φυσικά και παρουσιάζει ενδιαφέρον σε επίπεδο λεπτομερειών και παρασκηνίου αλλά όχι στην ουσία. 

Ορθά, ο πρώην πρωθυπουργός αποφάσισε να γράψει στην «Ιθάκη» την δική του αλήθεια αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πράττοντας αυτό απαλάσσεται από τις ευθύνες για την διακυβέρνηση της χώρας σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους της ιστορίας και με τις συνέπειες να είναι έως σήμερα αισθητές. Ο Αλέξης Τσίπρας αναλαμβάνει ελάχιστες ευθύνες για τις αποφάσεις, για τις κινήσεις του σε κρίσιμες στιγμές, για τα αποτελέσματα των επιλογών του και δείχνει να διακατέχεται από το μετεμφυλιακό σύνδρομο αφού βλέπει ακόμα την Ελλάδα χωρισμένη στα δυο με νικητές και ηττημένους.

Θα μπορούσε να του καταλογίσει ακόμα και ένα είδος μανίας καταδίωξης αφού εμφανίζεται ως εκείνος που είχε σε όλη την πορεία του μέχρι σήμερα καλές προθέσεις αλλά υπήρχαν κάποιοι που του έσκαβαν τον λάκκο. Από τον Αντώνη Σαμαρά και τον Κώστα Σημίτη έως τους πιο στενούς του συνεργάτες. Ακόμα και για την επιλογή του Στέφανου Κασσελάκη ο Πολάκης έφταιγε. Γράφει στο βιβλίο του: «Τον Κασσελάκη τον είχα γνωρίσει στα τέλη του 2022 όταν τον είχε προτείνει ο Πολάκης ως μια καλή περίπτωση υποψηφίου από την ομογένεια για το ψηφοδέλτιο Επικρατείας. Έδινε μια φρεσκάδα ανανέωσης η παρουσία του και γι’ αυτό είχα φροντίσει να συμπεριληφθεί στην εκλογική επιτροπή ενόψει της δεύτερης αναμέτρησης».

Τις δύσκολες ώρες της διαπραγμάτευσης και ενώ κάποιοι από τους εταίρους μας ήθελαν να βρεθούμε εκτός ευρώ, ο πρώην πρωθυπουργός θέλοντας να καταδείξει την δραματικότητα των στιγμών και ποιες θα ήταν οι συνέπειες αν γινόταν «η στραβή» να βρεθούμε έξω από την ευρωζώνη αποφάσισε ποιος έφταιγε στην ουσία. Και αυτός ήταν ο Κώστας Σημίτης.

Γράφει στην Ιθάκη: «Δυστυχώς ο Σημίτης είχε μετατρέψει την ένταξη στο ευρώ σε μια νέα Μεγάλη Ιδέα. Και η πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας, καλώς ή κακώς είχε πειστεί πως επρόκειτο για μια μεγάλη εθνική επιτυχία. Μια έξοδος λοιπόν από το ενιαίο νόμισμα θα βιωνόταν ως μια μεγάλη εθνική αποτυχία με ανυπολόγιστες πολιτικές και οικονομικές συνέπειες για την σταθερότητα της δημοκρατίας στη χώρα σε μια εποχή μάλιστα που η εξτρεμιστική άκρα δεξιά με την Χρυσή Αυγή είχε δείξει απειλητικά τα δόντια της». Αν αυτό δεν δείχνει ότι πίστευε ακράδαντα ότι το ευρώ δεν είναι φετίχ, τότε τι είναι; Κι ας λέει σε άλλο σημείο του βιβλίου ότι ήταν λάθος του να πει δημόσια σε συνέντευξή του ότι «το ευρώ δεν είναι φετίχ».

Το πιο βαρύ όμως απ’ όλα είναι αυτό που λέει για τον πρώην πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά. Του προσάπτει ότι σκοπίμως είχε ζητήσει μικρή παράταση του προγράμματος για να παγιδεύσει την επόμενη κυβέρνηση. Κατηγορεί τους πολιτικούς του αντιπάλους ως αντιπατριώτες. Αν αυτό δεν είναι σκληρό τότε τι είναι;

Γράφει: «Συχνά δυσκολεύομαι να μεταφέρω ακόμα και στους πιο κοντινούς μου ανθρώπους, το αληθινό μέγεθος του κυνισμού που χαρακτήριζε ορισμένους από τους πολιτικούς μου αντιπάλους και τους κύκλους της ολιγαρχίας που τους στήριζαν. Η δίψα τους για εξουσία σε συνδυασμό με την αλαζονική πεποίθηση ότι τους ανήκει η Ελλάδα, τους έκανε ικανούς για όλα. Δεν είχαν τον παραμικρό δισταγμό να υπονομεύσουν τη χώρα, αν αυτό εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους. Να ρίξουν την πατρίδα στο χάος αρκεί να ρίξουν την κυβέρνησή μου. Αποδείχθηκαν όχι απλώς μικρόψυχοι αλλά άνθρωποι χωρίς πατριωτικό μέτρο».  

Ενδιαφέρον έχει το πως επίσης εξηγεί την επίθεση στην σύζυγο του πρωθυπουργού, Μαρέβα Γκραμπόφσκι. Επί της ουσίας δεν παίρνει τίποτα πίσω και μάλιστα δικαιολογώντας εκείνη την περίοδο καταλογίζει στον Μητσοτάκη ότι εκείνος φταίει στην ουσία γιατί τους παρέσυρε σε λάθη….

Γράφει: «Καλλιεργώντας, ωστόσο, συνειδητά αυτό το κλίμα οξύτητας, σε βαθμό μανίας, ο Μητσοτάκης και οι σπόνσορες του κατάφεραν δύο πράγματα. Το πρώτο ήταν ότι η επανάληψη κάθε συκοφαντίας, με δεδομένη την απόλυτη κυριαρχία του στα ΜΜΕ, άφηνε σε ένα μέρος της κοινής γνώμης τους λεκέδες της. Το δεύτερο ήταν ότι μας παρέσυρε σε λάθη. Σε κατάσταση πολιορκίας και υπό το κράτος της οργής, υιοθετήσαμε μια τακτική ανάδειξης σκανδάλων, που αφορούσαν όχι μόνο τον Μητσοτάκη, αλλά και την επιχειρηματική δραστηριότητα της συζύγου του. Δεν χρειάζεται να πω ότι όλες μας οι καταγγελίες προέκυψαν από δημοσιογραφικές αποκαλύψεις, που στηρίζονταν σε συγκεκριμένα στοιχεία. Σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν θα χρειάζονταν καταγγελίες. Θα αποτελούσαν από μόνες τους αντικείμενο διερεύνησης, ακόμα και λόγο αντικατάστασης του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης από το ίδιο του το κόμμα. Στην Ελλάδα, ωστόσο, υπήρχε ένα είδος εθισμού σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, που είχαν φτάσει να ταυτίζουν την πολιτική με τέτοιες συμπεριφορές. Ήξεραν οι πάντες, άλλωστε, ακόμα και οι πιο φανατικοί οπαδοί της Ν.Δ., την οικονομική κατάσταση και την επιχειρηματική δραστηριότητα του Μητσοτάκη και της συζύγου του. Κανένας δεν θα άλλαζε την άποψή του από αυτό. Ήταν σαν να είχαμε επιλέξει να παίξουμε στο δικό τους γήπεδο. Προφανώς, δεν έπρεπε να κλείνουμε τα μάτια μπροστά σε σκανδαλώδεις, ή τουλάχιστον ύποπτες, συμπεριφορές. Αλλά το δυνατό μας χαρτί δεν ήταν αυτό, ήταν η πολιτική. Το καθαρό μας πολιτικό πρόσωπο, οι ιδέες και το όραμά μας. Όλα αυτά έφτασαν να σκεπάζονται από τις φωνές, στις χαμηλού επιπέδου αντιπαραθέσεις στη Βουλή και στα τηλεοπτικά παράθυρα. Και αυτό μας έκανε τελικά ζημιά, γιατί οι αντίπαλοί μας είχαν πρωτοφανή επικοινωνιακή υπεροπλία. Αλλά και γιατί, με την κεκτημένη ταχύτητα της καταγγελίας, οδηγηθήκαμε σε λάθη που εξαφάνιζαν το δίκιο μας».

Εκτός επίσης από τα ονομαστικά αδειάσματα σε πρώην συντρόφους του – κάποιοι εκ των οποίων είχαν κρίσιμα πόστα στην κυβέρνησή του, δεν νοείται ένας πρωθυπουργός να περιγράφει ως απλός παρατηρητής, να παρουσιάζει ως διαπίστωση το γεγονός ότι ο ίδιος είχε καταλάβει από την πρώτη στιγμή, από το πρώτο υπουργικό συμβούλιο, πως κάποιοι υπουργοί του δεν είχαν συνειδητοποιήσει την κρισιμότητα της κατάστασης.

Εν κατακλείδι, ο Αλέξης Τσίπρας είχε ακόμα μια ευκαιρία με αυτό το βιβλίο να παραδεχτεί ότι ήταν λάθος να υπερασπίζεται έως χθες τα πεπραγμένα του όπως το δημοψήφισμα, την υπόθεση Novartis, τις τηλεοπτικές άδειες. Να παραδεχτεί την αλήθεια για το Μάτι.

Αντίθετα εμφανίζεται αμετανόητος, επιρρίπτει τις ευθύνες σε άλλους και δεν εξηγεί γιατί κράτησε στην θέση του για παράδειγμα τον Γιάνη Βαρουφάκη τον οποίο αποδομεί στο βιβλίο του – κάτι το οποίο έχουν ήδη κάνει η ιστορία και οι πολίτες. Ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να αφηγηθεί την ιστορία και όχι να αναλάβει την ευθύνη για την διαμόρφωσή της. Και δυστυχώς κάποιοι δεν βρίσκονται εν ζωή για να τον επιβεβαιώσουν ή να τον διαψεύσουν. 

Και αν αυτό αποτελεί το πρελούδιο για ένα νέο κόμμα ποιος μπορεί να πιστέψει ότι έχει βελτιωθεί το κριτήριο του κ. Τσίπρα στην επιλογή συνεργατών;

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Πολιτική
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας
Πολιτική: Περισσότερα άρθρα
Αλέξης Χαρίτσης για Αλέξη Τσίπρα και «Ιθάκη»: Η περιγραφή για την πρότασή του για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακριβής
«Θεώρησα ότι σε εκείνες τις συνθήκες χωρίς να υπάρχει η αντίστοιχη προετοιμασία, πολιτική και προσωπική, δεν θα μπορούσε να διασφαλιστεί ακριβώς η ενότητα και η βιωσιμότητα του εγχειρήματος»
Ο Αλέξης Χαρίτσης και ο Αλέξης Τσίπρας
Νίκος Παππάς για Αλέξη Τσίπρα: Κι εγώ δεν συμφωνώ με όσα έχει κάνει – Οφείλει να καταγράψει όσα έζησε
«Πήρα αποφάσεις με βάση τη θέλησή μου υποτιμώντας ίσως τους συσχετισμούς, κάποια πράγματα, πιθανότατα να τα κάναμε διαφορετικά, κάναμε όμως κάποιες κεντρικές επιλογές που δικαιώθηκαν από την Ιστορία»
Τσίπρας - Παππάς