Το φετινό καλοκαίρι σιγά σιγά ρίχνει την αυλαία του, αυτό δε σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχουν εξαιρετικές αφορμές για «λίγο ακόμα», όπως λέμε οι περισσότεροι.
Μια από τις πιο ωραίες ευκαιρίες για απόδραση και μάλιστα με… ιστορικό χαρακτήρα είναι η Αρμάτα που διοργανώνει κάθε χρόνο ο Δήμος Σπετσών τιμώντας την κορυφαία εκδήλωση ηρωισμού των Σπετσιωτών, τη Ναυμαχία των Σπετσών που έγινε στις 8 Σεπτεμβρίου 1822 και η οποία έχει καταγραφεί ως ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της Επανάστασης του 1821. Οι Σπετσιώτες μάλιστα αφιέρωσαν τη νίκη τους στην Παναγία, κτίζοντας το εκκλησάκι της Παναγίας Αρμάτας στο υπέροχο Παλιό Λιμάνι, επειδή, σύμφωνα με την παράδοση, βοήθησε τους Έλληνες να κατατροπώσουν τον τουρκικό στόλο, το οποίο γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου (Γέννηση της Θεοτόκου).
Χιλιάδες επισκέπτες συρρέουν στο νησί το 2ο Σαββατοκύριακό του Σεπτεμβρίου δίνοντας κάθε φορά ένα άτυπο ραντεβού. Η Αρμάτα είναι η μεγαλύτερη γιορτή του νησιού, με αναπαράσταση της ένδοξης Ναυμαχίας, και κάθε χρόνο πλαισιώνεται από εξαιρετικές πολιτιστικές εκδηλώσεις οι οποίες διαρκούν μια ολόκληρη εβδομάδα. Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων περιλαμβάνει εκθέσεις ζωγραφικής, μουσικοχορευτικές εκδηλώσεις (συναυλίες, χορωδίες, συγκροτήματα παραδοσιακών χορών και μουσικής, κ.λ.π.), θεατρικές παραστάσεις, κανονιοβολισμούς, κ.α.
Η κορύφωση των εκδηλώσεων ωστόσο πραγματοποιείται το δεύτερο Σάββατο του Σεπτεμβρίου (13/9 φέτος), οπότε γίνεται η αναπαράσταση της ιστορικής ναυμαχίας με την πυρπόληση ομοιώματος της τουρκικής ναυαρχίδας με την ταυτόχρονη εξιστόρηση των ιστορικών γεγονότων και ολοκληρώνεται με μια εντυπωσιακή επίδειξη πυροτεχνημάτων. Οι κάτοικοι των Σπετσών συμμετέχουν με πολύ ενεργό τρόπο καθόλη τη διάρκεια των εκδηλώσεων και το νησί ζει μια εβδομάδα γιορτής, ευφορίας και πραγματικής διασκέδασης.
Όσοι θέλετε να απολαύσετε αυτό το πραγματικά μοναδικό θέαμα πρέπει να φροντίσετε έγκαιρα για την μετακίνηση, τη διαμονή και το φαγητό σας γιατί το νησί είναι μικρό και ο κόσμος που συρρέει είναι πραγματικά πολύς. Αυτό που μπορείτε να κάνετε είναι να κλείσετε ολοήμερη ή διήμερη οργανωμένη εκδρομή εξασφαλίζοντας έτσι έγκαιρα θέσεις, διαμονή και φαγητό είτε παίρνοντας το ρίσκο να ταξιδέψετε τελευταία στιγμή, είτε με το αυτοκίνητό σας είτε με τα ταχύπλοα από Πειραιά, και να απολαύσετε το θέαμα το Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου και γυρίζοντας από την γειτονική Κόστα στην περιοχής της Αργολίδας όπου είναι σχετικά πιο εύκολο να βρείτε διαμονή.
Τι συνέβη τον Σεπτέμβριο του 1822
Μετά την καταστροφή του Δράμαλη από τον Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια ο αγώνας για τους τούρκους στην Πελοπόννησο είχε κριθεί. Ελάχιστα ήταν τα φρούρια που πρόβαλλαν αντίσταση και μεταξύ αυτών το περίφημο φρούριο του Παλαμηδίου στο Ναύπλιο. Το φρούριο αυτό, το πολιορκούσε από τη ξηρά ο Δημήτρης Υψηλάντης και από τη θάλασσα η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα με τους Σπετσιώτες να δείχνουν γενναιότητα, αυτοθυσία και να προσπαθούν με τις βάρκες τους και κάτω από καταιγισμό κανονιοβολισμών να αποβιβαστούν και να καταλάβουν το απόρθητο κάστρο.
Ο Τουρκικός στόλος σε μια ύστατη προσπάθεια να ανεφοδιάσει το Ναύπλιο έπλευσε προς τον Αργολικό Κόλπο με σχέδιο να επιτεθεί πρώτα εναντίον των Σπετσών και ύστερα κατά της Ύδρας. Ο Μέξης ανέλαβε την άμυνα του νησιού μαζί με τα παιδιά του, τους συγγενείς του και 30 άλλους Σπετσιώτες πολεμιστές στήνοντας στο νησί τρία κανονιοστάσια και φροντίζοντας να απομακρύνει τα γυναικόπαιδα από το νησί, μεταφέροντας τα στην Ύδρα, που θεωρούνταν δυσπρόσιτη εξαιτίας του απόκρημνου εδάφους της. Στις 8 Σεπτεμβρίου τα εχθρικά πλοία εμφανίστηκαν μπροστά από τις Σπέτσες και συγκεκριμένα στην περιοχή ανάμεσα στα νησιά Τρίκερι και Σπετσοπούλα.
Ο άνεμος που ήταν βορειοανατολικός την ημέρα εκείνη ευνοούσε τον εχθρικό στόλο και ο Ελληνικός στόλος αποτελούμενος από Σπετσιώτικα, Υδραίικα και Ψαριανά πλοία, με αρχηγό τον Ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη, θέλησε να κινηθεί προς το μυχό του Αργολικού κόλπου σε μια προσπάθεια να παρασύρει εκεί τα εχθρικά πλοία και να τα καταναυμαχήσει. Ο Μιαούλης ύψωσε και το σχετικό σήμα, ώστε ο στόλος να τον ακολουθήσει. Την ίδια στιγμή όμως οι Σπέτσες έμεναν ανυπεράσπιστες.
Τότε οι Σπετσιώτες πλοίαρχοι Ι. Τσούπας, Δ. Λάμπρου και Ι. Κούτσης μαζί με τον Υδραίο πλοίαρχο Α. Κριεζή δεν υπάκουσαν στις διαταγές του ναύαρχου Μιαούλη και επιτέθηκαν στους τούρκους, αν και η υπεροχή του τουρκικού στόλου σε αριθμό, μέγεθος και οπλισμό ήταν μεγάλη. Λίγο αργότερα και άλλοι Σπετσιώτες πλοίαρχοι ενώθηκαν με τους πρώτους στην προσπάθεια να απωθήσουν τον εχθρό και παρά τον αντίθετο άνεμο, κατέφθασαν και άλλα Ελληνικά πλοία.
Η ναυμαχία συνεχίστηκε μέχρι τις απογευματινές ώρες και ο θόρυβος από τις εκπυρσοκροτήσεις των πυροβόλων των 140 και πλέον πλοίων που έπαιρναν μέρος στη ναυμαχία ήταν τόσο μεγάλος, ώστε λέγεται ότι σειόταν το έδαφος της Ύδρας. Ο χώρος μεταξύ Ύδρας και Σπετσών είχε καλυφτεί με τόσο καπνό ώστε οι Υδραίοι νόμισαν πως καιγόντουσαν οι Σπέτσες. Η στιγμή ήταν πολύ κρίσιμη και η χρήση των πυρπολικών ήταν δύσκολη λόγω του πυκνού καπνού που κάλυπτε τα πάντα, αν και ο Υδραίος πυρπολητής Πιπίνος είχε ήδη χρησιμοποιήσει με επιτυχία το πυρπολικό του πάνω σε ένα αλγερινό μπρίκι.
Την στιγμή αυτή εμφανίστηκε ο Σπετσιώτης πυρπολητής Κοσμάς Μπαρμπάτσης, ατρόμητος, αποφασιστικός και με το μαχαίρι στο χέρι, πήδηξε στη πρύμνη του πυρπολικού του, παρασύροντας με το θάρρος του το πλήρωμά του και μέσα σε πανδαιμόνιο κανονιοβολισμών, εφόρμησε στο κέντρο του τουρκικού σχηματισμού με στόχο την ανάφλεξη της τουρκικής ναυαρχίδας.
Η τουρκική ναυαρχίδα πήρε φωτιά και καταποντίστηκε – όπως αναφέρει η παράδοση – μπροστά στο λιμάνι. Οι τούρκοι εκπλήσσονται από το θάρρος και την παράτολμη αυτή ενέργεια και άρχισαν να υποχωρούν και έτσι ο τουρκικός στόλος, λίγο αργότερα, εγκατέλειψε τον Αργολικό Κόλπο.
Τον Ιούλιο του 1822 ο Σπετσιώτικος στόλος στάλθηκε στη Σούδα της Κρήτης εναντίον μοίρας του αιγυπτιακού στόλου, τον οποίο κατεδίωξε μέχρι τον Ελλήσποντο. Τον ίδιο χρόνο κατόρθωσαν να αποκρούσουν επίθεση του τουρκικού στόλου στο νησί τους.
Λόγω της έλλειψης ανεφοδιασμού, το Ναύπλιο παραδίδεται στους Έλληνες στις 30 Νοεμβρίου 1822.
Τα επόμενα χρόνια οι Σπετσιώτες συνέχισαν ακατάπαυστα τον αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλάδος μέχρι την άφιξη του Καποδίστρια το 1828. Διέπρεψαν κυρίως στις ναυμαχίες της Σάμου, Κω, Γέροντα και στον αγώνα της κατά θάλασσα στήριξης του στενά πολιορκούμενου Μεσολογγίου.