Λάτρης των φασιστικών κειμηλίων, ο Ινιάτσιο Μπενίτο Μαρία Λα Ρούσα, ο «Ρασπούτιν» της ιταλικής άκρας δεξιάς, εξελέγη πρόεδρος της ιταλικής Γερουσία και έγινε έτσι ο δεύτερος πολιτειακός παράγοντας της Ιταλίας μετά τον πρόεδρο της Ιταλικής Δημοκρατίας.
Η αναφορά στον περιώνυμο Ρώσο καλόγερο, τον άνθρωπο εμπιστοσύνης της οικογένειας του τσάρου Νικολάου Β’, προέρχεται από τα νεανικά του χρόνια, όταν είχε μακριά μαλλιά και μαύρα γένια. Γέννημα θρέμμα της εθνικιστικής δεξιάς, επιδέξιος τακτικιστής, με εμπειρία στα γρανάζια και τα τερτίπια της πολιτικής είναι κοντά στην μελλοντική πρωθυπουργό μαζί με την οποία ίδρυσε το κόμμα Αδέλφια της Ιταλίας (Fratelli d’Italia).
«Η Γερουσία εξέλεξε έναν πατριώτη. Για τα Αδέλφια της Ιταλίας είναι φίλος και αδελφός», δήλωσε πολύ υπερήφανη η Τζόρτζια Μελόνι.
Ο Ινιάτσιο Μπενίτο Μαρία Λα Ρούσα φέρει το όνομα του Μουσολίνι. Γεννήθηκε στις 18 Ιουλίου 1947 στο Πατέρνο, κοντά στην Κατάνια της Σικελίας σε οικογένεια γαιοκτημόνων.
Ο πατέρας του Αντονίνο Λα Ρούσα, τοπικός γραμματέας του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος, θα εκλεγεί μετά τον πόλεμο βουλευτής του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (MSI), του κόμματος που ίδρυσαν οι πιστοί του Μπενίτο Μουσολίνι.
«Το MSI ήταν το κόμμα των ηττημένων του πολέμου, αλλά προς τιμήν τους δεν αντιμετώπισαν ποτέ το ενδεχόμενο της τρομοκρατίας και της ανταρσίας κατά της δημοκρατικής επιλογής», εξηγούσε ο Λα Ρούσα στην Il Corriere della Sera. «Φυσικά, έχουν μία διαφορετική ερμηνεία της Ιστορίας, αλλά δημιούργησαν ένα κόμμα δημοκρατικό όσο δεν παίρνει άλλο».
Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε όταν εκείνος ήταν 13 ετών των Μιλάνο, όπου ζει μέχρι σήμερα.
Κατά την διάρκεια των σπουδών του, οργανώθηκε στην νεολαία του MSI, πήρε πτυχίο Νομικής και έγινε δικηγόρος, όπως και ο πατέρας του.
Στα 38 του χρόνια, εξελέγη σε θέση τοπικού συμβούλου του MSI στη Λομβαρδία.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 εξελέγη βουλευτής διαδοχικά με τα χρώματα του MSI, της Εθνικής Συμμαχίας (Alleanza Nazionale) μετά την διάλυση του MSI και της υπό τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι δεξιάς συμμαχίας.
Επί κυβερνήσεως Μπερλουσκόνι ορίσθηκε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και στην συνέχεια υπουργός Αμυνας κατά την πέμπτη κυβέρνηση Μπερλουσκόνι (2008-2011).
Το 2009, κατήγγειλε απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την παρουσία σταυρών στα ιταλικά σχολεία. Ως υπουργός Άμυνας, θεωρείται ότι έπεισε τον Μπερλουσκόνι να συμμετάσχει στον πόλεμο στην Λιβύη που έθεσε τέλος στο καθεστώς Καντάφι.
Κληρονόμοι του Ντούτσε
Αν και απορρίπτει την αυταρχική κατεύθυνση του καθεστώτος του Μουσολίνι, ο Ινιάτσιο Λα Ρούσα διατηρεί συστηματικά επαμφοτερίζουσα στάση.
Οταν ο αδελφός του, ο Ρομάνο, υπεύθυνος Ασφαλείας για την περιοχή της Λομβαρδίας, προκαλεί πολεμική κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας υιοθετώντας τον φασιστικό χαιρετισμό στην κηδεία ενός νεοφασίστα , ο Ινιάτσιο κάνει λόγο για «σοβαρό σφάλμα».
Λίγες ημέρες αργότερα όμως δηλώνει στην τηλεόραση: «Είμαστε όλοι κληρονόμοι του Ντούτσε, υπό την έννοια ότι είμαστε κληρονόμοι των γονιών και των παππούδων μας».
Τον Φεβρουάριο 2020, για να χλευάσει τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης λόγω της πανδημίας κάνει ανάρτηση στον λογαριασμό του στο Twitter: «Μην δίνετε το χέρι σας σε κανέναν, η μόλυνση είναι θανάσιμη. Κάντε τον ρωμαϊκό χαιρετισμό, είναι αντιιικός και αντιμικροβιακός». Η ανάρτηση σβήστηκε στη συνέχεια.
Το 2018, η Il Corriere della Sera επισκέπτεται την κατοικία του στο Μιλάνο και μαγνητοσκοπεί την συλλογή του με τα φασιστικά κειμήλια, τα αγάλματα και τα μετάλλια του Μουσολίνι, φωτογραφίες , βιβλία για τους Μελανοχίτωνες, την αποικιοκρατική Ιταλία κλπ. Οι εικόνες αυτές έχουν ανασυρθεί τις τελευταίες ημέρες.