Η απόφαση που έλαβαν η Βρετανία, ο Καναδάς και η Αυστραλία να αναγνωρίσουν επισήμως παλαιστινιακό κράτος την Κυριακή (21.09.2025) σηματοδοτεί μία ιστορική καμπή στη δυτική διπλωματία σημειώνει το Reuters. Παράλληλα, το διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο επισημαίνει ότι ανοίγει πλέον ο δρόμος για αντίστοιχες κινήσεις από άλλες χώρες, με τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τα αμέσως επόμενα 24ωρα στη Νέα Υόρκη να αποτελεί την επόμενη σκηνή των εξελίξεων.
Άραγε, τι να σημαίνει η αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, όπως έπραξαν σε Βρετανία, Καναδά και Αυστραλία, διερωτάται το δημοσίευμα του Reuters;
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Διπλωματικά, περίπου 40 χώρες διατηρούν αποστολές σε Ραμάλα ή Ανατολική Ιερουσαλήμ, ανάμεσά τους Κίνα, Ρωσία, Ιαπωνία, Γερμανία και Αίγυπτος, χωρίς ωστόσο πλήρη πρεσβεία αναγνωρισμένου κράτους.
Τι αλλάζει, όμως, στην πράξη;
Η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) με επικεφαλής τότε τον Γιάσερ Αραφάτ είχε κηρύξει ανεξάρτητο κράτος το 1988, αναγνωρισμένο γρήγορα από την πλειονότητα του παγκόσμιου Νότου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Σήμερα, περίπου 150 από τα 193 κράτη – μέλη του ΟΗΕ το αναγνωρίζουν. Ωστόσο, πλήρης ιδιότητα στον ΟΗΕ απαιτεί έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δικαίωμα βέτο.
Η Παλαιστινιακή Αρχή, υπό τον Μαχμούντ Αμπάς, έχει περιορισμένη αυτοδιοίκηση σε τμήματα της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης, εκδίδει διαβατήρια και διαχειρίζεται συστήματα υγείας και παιδείας.
Ωστόσο, η Γάζα παραμένει υπό τον έλεγχο της οργάνωσης Χαμάς από το 2007.
Αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους: Οι μεν και οι δε(ν)
Οι επικριτές θεωρούν την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους συμβολική, υπογραμμίζοντας ότι χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία ή η Ινδία, που έχουν αναγνωρίσει εδώ και δεκαετίες, δεν επηρέασαν την πραγματικότητα στο πεδίο.
Το Ισραήλ ελέγχει τα σύνορα, τις μεταφορές και την οικονομική δραστηριότητα των παλαιστινιακών εδαφών.
Ωστόσο, υποστηρικτές υποστηρίζουν ότι η αναγνώριση δίνει νέα πολιτική ισχύ.
Ο Χουσάμ Ζόμλοτ, επικεφαλής της παλαιστινιακής αποστολής στη Βρετανία, σημείωσε ότι ανοίγει τον δρόμο για «συνεργασίες ισότιμων οντοτήτων».
Ο Βρετανός πρώην διπλωμάτης Βίνσεντ Φιν εκτίμησε ότι θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε απαγόρευση προϊόντων που παράγονται σε ισραηλινούς εποικισμούς.
«Η Παλαιστίνη είναι ένα κράτος που υπάρχει και δεν υπάρχει»
Η Παλαιστίνη αναγνωρίζεται από τις περισσότερες χώρες του κόσμου, έχει διπλωματικές αποστολές στο εξωτερικό και ομάδες που αγωνίζονται σε αθλητικούς αγώνες, συμπεριλαμβανομένων των Ολυμπιακών Αγώνων, αναφέρει από τη δική του σκοπιά το BBC.
Ωστόσο, λόγω της μακρόχρονης σύγκρουσης των Παλαιστινίων με το Ισραήλ, δεν έχει:
– Διεθνώς συμφωνημένα σύνορα
– Πρωτεύουσα
– Και στρατό
Για όλους τους παραπάνω λόγους ο διπλωματικός συντάκτης του BBC γράφει: «Η Παλαιστίνη είναι ένα κράτος που υπάρχει και δεν υπάρχει»!
Λόγω της στρατιωτικής κατοχής του Ισραήλ, στη Δυτική Όχθη, η Παλαιστινιακή Αρχή, που ιδρύθηκε μετά τις ειρηνευτικές συμφωνίες της δεκαετίας του 1990, δεν έχει τον πλήρη έλεγχο της γης ή του λαού της. Στη Γάζα, πάλι, όπου το Ισραήλ αποτελεί επίσης δύναμη κατοχής δύναμη, ο πόλεμος έχει ρημάξει κάθε τι.
Δεδομένου ότι το παλαιστινιακό κράτος είναι ένα οιονεί κράτος, η αναγνώριση είναι αναπόφευκτα κάπως συμβολική. Αντιπροσωπεύει μία ισχυρή ηθική και πολιτική δήλωση, αλλά αλλάζει ελάχιστα στην πράξη.
Παρά ταύτα, δεδομένου ότι η Βρετανία διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του σύγχρονου Ισραήλ, από τη Διακήρυξη Μπάλφουρ του 1917 έως την εντολή της Κοινωνίας των Εθνών για τη διοίκηση της Παλαιστίνης, ο συμβολισμός είναι ισχυρός. Όπως επεσήμανε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντέιβιντ Λάμι κατά την ομιλία του στον ΟΗΕ τον περασμένο Ιούλιο, «η Βρετανία φέρει ένα ιδιαίτερο βάρος ευθύνης να υποστηρίξει τη λύση των δύο κρατών».
Τι είπαν οι «3» που αναγνώρισαν παλαιστινιακό κράτος
Βρετανία, Καναδάς και Αυστραλία δηλώνουν ότι η κίνηση στοχεύει να πιέσει το Ισραήλ να τερματίσει την πολεμική εκστρατεία στη Γάζα, να σταματήσει την επέκταση εποικισμών στη Δυτική Όχθη και να επαναφέρει το διάλογο για λύση δύο κρατών.
Ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Κιρ Στάρμερ, μίλησε για «αναγκαίο βήμα» ώστε να διατηρηθεί ζωντανή η προοπτική της λύσης των δύο κρατών.
«Σήμερα (σ.σ. 21.09.2025), για να αναβιώσουμε την ελπίδα ειρήνης μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών, το Ηνωμένο Βασίλειο αναγνωρίζει επισήμως το κράτος της Παλαιστίνης», δήλωσε, καταδικάζοντας ταυτόχρονα τη Χαμάς ως «βίαιη τρομοκρατική οργάνωση» αλλά και την «αμείλικτη και κλιμακούμενη ισραηλινή βομβαρδιστική εκστρατεία στη Γάζα» που, όπως είπε, προκαλεί «αφόρητη πείνα και καταστροφή».
Στο Τορόντο, ο πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϊ τόνισε ότι η απόφαση αποσκοπεί στο να ενισχύσει όσους επιδιώκουν ειρηνική συνύπαρξη. «Δεν νομιμοποιούμε την τρομοκρατία ούτε την επιβραβεύουμε», σημείωσε.
Από την Καμπέρα, ο πρωθυπουργός Άντονι Αλμπανίζε μίλησε για τη μόνη οδό «βιώσιμης ειρήνης και ασφάλειας για Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους».
Την εβδομάδα αυτή, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, αναμένονται αντίστοιχες ανακοινώσεις από τη Γαλλία και την Πορτογαλία.
Ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, ο πρώτος ηγέτης μεγάλης δυτικής δύναμης που στήριξε δημόσια την αναγνώριση, έθεσε ως προϋπόθεση μεταρρυθμίσεις στην Παλαιστινιακή Αρχή ώστε να γίνει πιο αξιόπιστος εταίρος για τη μεταπολεμική διακυβέρνηση της Γάζας.
Χαίρονται η Χαμάς και ο Αμπάς
Η Χαμάς χαιρέτισε την αναγνώριση, αλλά ζήτησε να συνοδευτεί από «πρακτικά μέτρα» για τον τερματισμό του πολέμου και την αποτροπή ισραηλινής προσάρτησης παλαιστινιακών εδαφών.
Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς δήλωσε ότι πρόκειται για βήμα που ανοίγει τον δρόμο ώστε «το κράτος της Παλαιστίνης να ζήσει πλάι στο κράτος του Ισραήλ με ειρήνη και ασφάλεια».
Αντίθετα, οικογένειες Ισραηλινών ομήρων αντέδρασαν οργισμένα. Η Μάντι Νταμάρι, μητέρα της Βρετανοϊσραηλινής Έμιλι Νταμάρι που είχε απαχθεί τον Οκτώβριο του 2023 και αφέθηκε ελεύθερη, κατηγόρησε τον Στάρμερ ότι «επιβραβεύει τη Χαμάς ενώ οι όμηροι δεν έχουν επιστρέψει και ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει», ενώ στο ίδιο, οργισμένο μήκος κύματος, αντέδρασε και ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπέντζαμιν Νετανιάχου.
Η Ουάσιγκτον απέφυγε να σχολιάσει άμεσα. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει ότι διαφωνεί με τέτοιες κινήσεις, τις οποίες θεωρεί εμπόδιο στις προσπάθειες απελευθέρωσης των Ισραηλινών ομήρων. «Διαφωνώ με τον πρωθυπουργό σε αυτό το ζήτημα, μία από τις λίγες μας διαφορές», είχε πει την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο, δίπλα στον Στάρμερ.
Στο εσωτερικό του Ισραήλ υπάρχουν φωνές που ζητούν ακόμη πιο σκληρή απάντηση. Ο υπουργός Ασφαλείας Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ ζήτησε την προσάρτηση παλαιστινιακών εδαφών ως «προληπτικό μέτρο» απέναντι στην «απερίσκεπτη απόπειρα δημιουργίας κράτους τρόμου».