Η Apple προχωρά σε μια κίνηση – ορόσημο για τη στρατηγική της στις ΗΠΑ, δρομολογώντας επιπλέον επενδύσεις ύψους 100 δισ. δολαρίων στην αμερικανική επικράτεια, «υποχωρώντας» στις πιέσεις του Ντόναλντ Τραμπ.
Η χρονική συγκυρία της ανακοίνωσης της Apple μόνο τυχαία δεν είναι. Το τελευταίο διάστημα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είχε απειλήσει ότι θα επιβάλει δασμούς 25% σε όλα τα iPhone που δεν κατασκευάζονται εντός αμερικανικού εδάφους, στοχεύοντας κυρίως τις συσκευές που παράγονται στην Κίνα και την Ινδία. Η απειλή αυτή, σε συνδυασμό με την ευρύτερη επιθετική δασμολογική πολιτική της Ουάσινγκτον, φαίνεται να λειτούργησε ως καταλύτης για την απόφαση της εταιρείας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η νέα αυτή δέσμευση έρχεται να προστεθεί στο ήδη μεγαλεπήβολο πρόγραμμα των 500 δισ. δολαρίων που είχε εξαγγελθεί, ανεβάζοντας το συνολικό ύψος των επενδύσεων για την επόμενη τετραετία στα 600 δισ. δολάρια.
Το νέο επενδυτικό πακέτο περιλαμβάνει την κατασκευή ενός υπερσύγχρονου κέντρου παραγωγής servers τεχνητής νοημοσύνης στο Χιούστον, το οποίο θα τεθεί σε λειτουργία το 2026. Παράλληλα, η Apple αυξάνει το Advanced Manufacturing Fund στα 10 δισ. δολάρια, με στόχο την ανάπτυξη παραγωγής ημιαγωγών και την ενίσχυση της έρευνας και ανάπτυξης εντός ΗΠΑ. Στα σχέδια περιλαμβάνεται επίσης η δημιουργία εργαστηρίου παραγωγικής καινοτομίας στην Καλιφόρνια και μιας Ακαδημίας Κατασκευής στο Ντιτρόιτ, που θα παρέχει εξειδικευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα.
Με την επέκταση της παραγωγής στις ΗΠΑ, η Apple αποκτά ένα είδος «ασπίδας» απέναντι σε μελλοντικούς δασμούς, ευθυγραμμιζόμενη με το αφήγημα της βιομηχανικής αναγέννησης που προωθεί ο Λευκός Οίκος. Παράλληλα, η εταιρεία ενισχύει την τεχνολογική της αυτονομία, μειώνοντας την εξάρτησή της από αλυσίδες εφοδιασμού που επηρεάζονται από γεωπολιτικές εντάσεις.