Σάββατο, 4 Μαΐ
16oC Αθήνα

ΤτΕ: Τι σημαίνουν οι νέες αυξήσεις των ενεργειακών τιμών και οι κλιματικές καταστροφές για την πορεία της ελληνικής οικονομίας

ΤτΕ: Τι σημαίνουν οι νέες αυξήσεις των ενεργειακών τιμών και οι κλιματικές καταστροφές για την πορεία της ελληνικής οικονομίας

Σημαντική θέση στην ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) για τη νομισματική πολιτική και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας καταλαμβάνουν τόσο οι ενεργειακές τιμές, όσο και οι κλιματικές απειλές που μπορεί να επηρεάσουν τη χώρα μας.

Όπως τονίζεται από την ΤτΕ, η αποκλιμάκωση των ενεργειακών τιμών το 2023 οδήγησε σε πτώση του πληθωρισμού, αλλά η αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές είναι τέτοια που απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή στο εξής με διακύβευμα την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Πτώση 16,5% για το πετρέλαιο

Οι διεθνείς τιμές του αργού πετρελαίου και του φυσικού αερίου υποχώρησαν το 2023 από τα υψηλά επίπεδα του προηγούμενου έτους, παρά τους περιορισμούς από την πλευρά της προσφοράς. Η εν λόγω υποχώρηση οφείλεται κυρίως στην κάμψη της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης, εξαιτίας της χαμηλότερης οικονομικής μεγέθυνσης και των ευνοϊκών καιρικών συνθηκών, καθώς και στο γεγονός ότι τα ενεργειακά αποθέματα της Ευρώπης βρίσκονται σε ιστορικώς υψηλά επίπεδα.

Η αποδυνάμωση της ζήτησης πετρελαιοειδών εν μέσω επιδείνωσης των προοπτικών για την παγκόσμια οικονομία και την οικονομία της Κίνας άσκησε καθοδικές πιέσεις στη μέση διεθνή τιμή του αργού πετρελαίου όλων των τύπων, η οποία έφθασε στα 73 δολ. ΗΠΑ ανά βαρέλι τον Ιούνιο του 2023, τη χαμηλότερη μέση τιμή από το Δεκέμβριο του 2021 και μειωμένη κατά 37% σε ετήσια βάση.

Ωστόσο, οι εντεινόμενοι περιορισμοί από την πλευρά της προσφοράς πυροδότησαν πρόσκαιρες αυξήσεις στην τιμή του αργού πετρελαίου, η οποία ενισχύθηκε σημαντικά μέσα στον Οκτώβριο του 2023. Οι περιορισμοί αυτοί συνδέονται αφενός με την εθελοντική μείωση της παραγωγής πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία και αφετέρου με τις γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή.

Το Νοέμβριο του 2023 η μέση τιμή του πετρελαίου υποχώρησε στα 81 δολ. ΗΠΑ ανά βαρέλι, αυξημένη μόλις κατά 4,2% έναντι του Δεκεμβρίου του 2022. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΔΝΤ (Οκτώβριος 2023) για το σύνολο του 2023, η μέση τιμή του αργού πετρελαίου αναμένεται να φθάσει στα 80,5 δολ. ΗΠΑ ανά βαρέλι, έναντι 96,4 δολ. ΗΠΑ το 2022, δηλαδή θα μειωθεί κατά 16,5% σε ετήσια βάση.

Παρ’ όλα αυτά, ο κίνδυνος διαμόρφωσης υψηλότερων τιμών πετρελαίου παραμένει σημαντικός και συνδέεται με το ενδεχόμενο κλιμάκωσης της γεωπολιτικής αναταραχής στη Μέση Ανατολή, επιβολής αυστηρότερων κυρώσεων από τις ΗΠΑ κατά του Ιράν και πιθανών νέων μειώσεων στην παραγωγή πετρελαίου, καθώς και με τις αποεπενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα λόγω των πολιτικών πράσινης μετάβασης.

Η γεωπολιτική αστάθεια συνεχίζει να επηρεάζει το αέριο

Η διακοπή εξόρυξης φυσικού αερίου από το κοίτασμα του Ταμάρ στο Ισραήλ και η ενίσχυση της γεωπολιτικής αστάθειας εκτόξευσαν την τιμή του φυσικού αερίου όλων των τύπων, η οποία έφθασε τον Οκτώβριο του 2023 στο υψηλότερο μέσο μηνιαίο επίπεδο από το Φεβρουάριο του 2023, ενώ το Νοέμβριο παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα.

Παράλληλα, η αβεβαιότητα για την ενεργειακή σύνδεση Ισραήλ-Αιγύπτου καθώς και τα προβλήματα στον αγωγό Φινλανδίας-Εσθονίας ενίσχυσαν την τιμή του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, η οποία αυξήθηκε περίπου κατά 52% το Νοέμβριο του 2023 έναντι των χαμηλών επιπέδων του Ιουλίου, αν και ήταν μειωμένη κατά 59,4% σε ετήσια βάση.

Παρά τους περιορισμούς από την πλευρά της προσφοράς, η επάρκεια των ενεργειακών αποθεμάτων της Ευρώπης, τα οποία βρίσκονται σε ιστορικώς υψηλά επίπεδα, και η κάμψη της ενεργειακής ζήτησης εξαιτίας της χαμηλότερης οικονομικής μεγέθυνσης και των ευνοϊκών καιρικών συνθηκών εν μέρει συγκράτησαν την άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου στην Ευρώπη.

Οι απεργιακές κινητοποιήσεις στις εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αέριου (LNG) στην Αυστραλία και η αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές της ενέργειας ενίσχυσαν τη μεταβλητότητα της τιμής του μετά από τα χαμηλά επίπεδα του Ιουνίου του 2023, ενώ το Νοέμβριο η τιμή ήταν μειωμένη κατά 35,8% σε ετήσια βάση.

Όμως, ο κίνδυνος για περαιτέρω αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου είναι σημαντικός και συνδέεται κυρίως με την πιθανότητα προβλημάτων στο ενεργειακό ευρωπαϊκό δίκτυο και ευρύτερης περιφερειακής σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή.

Η επίδραση στον πληθωρισμό

Η εντυπωσιακή αύξηση του μέσου πληθωρισμού το 2022 είχε προέλθει από όλες τις συνιστώσες του, αλλά κυρίως από τα ενεργειακά αγαθά, οι τιμές των οποίων αυξήθηκαν κατά 41,0%. Η αντιστροφή της εικόνας των τιμών των ενεργειακών αγαθών μέσα στο 2023 συνέβαλε στην καθοδική πορεία του εναρμονισμένου πληθωρισμού, παρότι οι υπόλοιπες συνιστώσες συνέχισαν να καταγράφουν αυξητικούς ετήσιους ρυθμούς.

Ουσιαστικά η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού των ενεργειακών αγαθών ξεκίνησε το τελευταίο τρίμηνο του 2022 (12,1% από 52,9% το γ΄ τρίμηνο του 2022), αλλά επιταχύνεται μέσα στο 2023, καθώς οι ετήσιοι ρυθμοί μεταβολής των τιμών τους παραμένουν σε αρνητικό έδαφος από το Φεβρουάριο του 2023 και μετά.

Οι υποδείκτες που απαρτίζουν τη συνιστώσα της ενέργειας άρχισαν τμηματικά να καταγράφουν αρνητικούς ετήσιους ρυθμούς, με πρώτο τον υποδείκτη του ηλεκτρικού ρεύματος, που υποχώρησε στο -5,3% το Νοέμβριο του 2022 (από 7,4% τον Οκτώβριο), λόγω και της κρατικής στήριξης μέσω της πολιτικής των επιδοτήσεων. Ακολούθησε το πετρέλαιο θέρμανσης -5,1% το Φεβρουάριο του 2023 από 7,1% τον Ιανουάριο), στη συνέχεια τα καύσιμα αυτοκινήτων (-7,6% το Μάρτιο του 2023 από 1,9% το Φεβρουάριο) και τέλος το φυσικό αέριο (-25,1% τον Απρίλιο του 2023 από 9,2% το Μάρτιο).

Η συνισταμένη των ενεργειακών υποδεικτών βρίσκεται από το Φεβρουάριο του 2023 σε αποπληθωρισμό (-5,8%), υποχωρώντας έντονα στη συνέχεια στο -22,0% (Ιούνιος 2023) και παραμένοντας σε αρνητικό έδαφος μέχρι και το Νοέμβριο του 2023. Σημαντική υπήρξε και η συμβολή των επιδράσεων βάσης (base effects) στην αποκλιμάκωση αρχικά των προαναφερθέντων ενεργειακών υποδεικτών και στη διαμόρφωσή τους σε αρνητικά επίπεδα στη συνέχεια.

Ο γενικός πληθωρισμός στη διάρκεια του 2023 επιβραδύνθηκε σημαντικά, κυρίως λόγω της μεγάλης υποχώρησης των τιμών των ενεργειακών αγαθών. Ωστόσο, ο γενικός δείκτης χωρίς την ενέργεια κατέγραψε υψηλούς ρυθμούς, λόγω των ανοδικών πιέσεων τόσο στα διατροφικά αγαθά όσο και στα βιομηχανικά αγαθά και τις υπηρεσίες.

Αναμένεται περαιτέρω αποκλιμάκωση του γενικού πληθωρισμού μέσα στο επόμενο έτος, αλλά οι γεωπολιτικές εξελίξεις δημιουργούν κλίμα αβεβαιότητας με έντονους ανοδικούς κινδύνους για τον πληθωρισμό.

Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2023 ακολούθησε έντονα καθοδική πορεία, καθώς αποκλιμακώθηκε από 7,3% τον Ιανουάριο σε 2,9% το Νοέμβριο, έχοντας υποχωρήσει σε 2,4% το Σεπτέμβριο. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στην ενεργειακή συνιστώσα (-14,2% κατά το διαθέσιμο ενδεκάμηνο).

Ο γενικός δείκτης χωρίς την ενέργεια κατέγραψε υψηλούς ρυθμούς καθ’ όλο το ενδεκάμηνο (6,8% κατά μέσο όρο), με σημαντική συμβολή τόσο από τα διατροφικά αγαθά όσο και από τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά και τις υπηρεσίες.

Να επωμιστεί και ο ιδιωτικός τομέας το κόστος των κλιματικών καταστροφών

Παρά την πτώση του πληθωρισμού, η ΤτΕ προειδοποιεί ότι οι διεθνείς τιμές των βασικών εμπορευμάτων ενδέχεται να παρουσιάσουν εκ νέου υψηλή μεταβλητότητα υπό το βάρος της κλιματικής αλλαγής και της κλιμάκωσης των γεωπολιτικών εντάσεων.

Όσον αφορά την ίδια την Ελλάδα, η ΤτΕ τονίζει ότι η πρόσφατη διεθνής εμπειρία των καταστροφικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, ειδικότερα στην περιοχή του ευρωπαϊκού νότου, κατέδειξε την ανάγκη πρόβλεψης ειδικών κονδυλίων για έργα προσαρμογής και για την παροχή έκτακτης βοήθειας, πέρα από τις απαραίτητες επενδύσεις για έργα μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Το αυξημένο κόστος των φυσικών καταστροφών θα πρέπει να καλύπτεται είτε από ευρωπαϊκά κονδύλια είτε από πρόσθετες πηγές εσόδων, ώστε να μη διαταράσσεται η δημοσιονομική σταθερότητα.

Παράλληλα, η συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα στην αντιμετώπιση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής, μέσω της προώθησης της ιδιωτικής ασφάλισης περιουσιακών στοιχείων, κρίνεται επιβεβλημένη, καθώς ο δημόσιος τομέας δεν δύναται να αναλάβει μόνος του όλο το βάρος των αποζημιώσεων και της αποκατάστασης των υποδομών.

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις