Διεθνή

Γερμανία: Σήμα κινδύνου για την οικονομία από τους βιομηχάνους – Stress test για τον Μέρτς

Οι σύμβουλοι του καγκελαρίου έχουν ήδη υποβαθμίσει τις προβλέψεις για την ανάπτυξη του επόμενου έτους

Σήμα κινδύνου για την πορεία της οικονομίας εκπέμπουν οι επιχειρήσεις της Γερμανίας, την ώρα που η κυβέρνηση του Φρίντριχ Μερτς δοκιμάζεται από εσωτερικές τριβές και ένα αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο για τις συντάξεις. Ο σύνδεσμος βιομηχάνων BDI μιλά για «δραματικό χαμηλό σημείο» για κλάδους από το αυτοκίνητο μέχρι τα χημικά, ενώ η οικονομία έχει ήδη συρρικνωθεί το 2023 και το 2024 και φέτος καταγράφει ελάχιστη ανάπτυξη.

Μετά τις εκλογές του Φεβρουαρίου και τη χαλάρωση των αυστηρών κανόνων για το δημόσιο χρέος, η κυβέρνηση Μερτς προχώρησε σε πακέτα εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ για τις ένοπλες δυνάμεις και τις υποδομές, με ειδικά ταμεία που χρηματοδοτούνται μέσω δανεισμού. Ωστόσο, όπως αναφέρει το Bloomberg, τα μέτρα χρειάζονται χρόνο για να αποδώσουν και η αρχική αισιοδοξία ότι η Γερμανία θα ξαναγίνει η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας έχει υποχωρήσει. Εκτός από τις προειδοποιήσεις των βιομηχάνων, οι σύμβουλοι του καγκελαρίου έχουν ήδη υποβαθμίσει τις προβλέψεις για την ανάπτυξη του επόμενου έτους σε κάτω από 1%, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποιεί ότι χωρίς «τολμηρές» μεταρρυθμίσεις η χώρα κινδυνεύει να παραμείνει σε τροχιά υποαπόδοσης.

Στο επίκεντρο της συζήτησης βρίσκεται η προώθηση ενός νέου νομοσχεδίου για το συνταξιοδοτικό, το οποίο εγγυάται τις παροχές έως το 2031 και προβλέπει πρόσθετες διασφαλίσεις για τα εισοδήματα των συνταξιούχων και μετά. Το σύστημα βασίζεται στις εισφορές των εργαζομένων, αλλά όσο αυξάνονται οι συνταξιούχοι και μειώνονται οι εργαζόμενοι ανά συνταξιούχο, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση καλείται να καλύψει με ολοένα περισσότερους πόρους το κενό. Η προοπτική δαπανών δισεκατομμυρίων επιπλέον έχει προκαλέσει την αντίδραση περίπου 18 νεότερων βουλευτών του CDU, οι οποίοι καταγγέλλουν ότι το βάρος μεταφέρεται δυσανάλογα στις μελλοντικές γενιές και ζητούν βαθύτερες αλλαγές.

Ο ίδιος ο Μερτς αναγνωρίζει την ανάγκη ευρύτερης μεταρρύθμισης και έχει ζητήσει από επιτροπή ειδικών να διαμορφώσει προτάσεις, ωστόσο προς το παρόν το πολιτικό βάρος επικεντρώνεται στην κρίσιμη ψηφοφορία για το νομοσχέδιο στη Μπούντεσταγκ. Ο κυβερνητικός συνασπισμός CDU/CSU και SPD διαθέτει 328 έδρες στις 630 της κάτω Βουλής, μόλις 12 πάνω από το όριο της πλειοψηφίας, και η ανταρσία στην κοινοβουλευτική ομάδα των Χριστιανοδημοκρατών κάνει την αριθμητική εξαιρετικά πιεστική.

Η συμπρόεδρος του SPD Μπέρμπελ Μπας άφησε να εννοηθεί ότι πιθανή καταψήφιση του νομοσχεδίου θα μπορούσε να σημάνει το τέλος του συνασπισμού. Σε αυτή την περίπτωση θα άνοιγε ο δρόμος για πρόωρες εκλογές, σε μια συγκυρία όπου η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία φθάνει σε ορισμένες δημοσκοπήσεις μέχρι και το 27%, με προβάδισμα περίπου 2,5 μονάδων έναντι του μπλοκ CDU/CSU. Το AfD αξιοποιεί τόσο την ανησυχία για την παράτυπη μετανάστευση όσο και τη δυσαρέσκεια για τη στασιμότητα της οικονομίας, εμφανιζόμενο ως εκφραστής όσων θεωρούν ότι το πολιτικό σύστημα έχει χάσει τον έλεγχο.

Η κυβέρνηση επιδιώκει να εξασφαλίσει πλειοψηφία στην τελική ψηφοφορία και στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στην απόφαση της αντιπολιτευόμενης Αριστεράς να τηρήσει στάση αποχής, μειώνοντας έτσι τον αριθμό των ψήφων που απαιτούνται. Ακόμη κι αν το νομοσχέδιο περάσει χάρη σε αυτόν τον χειρισμό, θα πρόκειται για μια πολιτικά αμήχανη νίκη, καθώς θα αναδεικνύει ότι ο καγκελάριος δυσκολεύεται να επιβάλλει πειθαρχία στην ίδια του την κοινοβουλευτική ομάδα.

Οι επικριτές του στο εσωτερικό της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης θεωρούν ότι έχει ήδη κάνει υπερβολικές παραχωρήσεις προς το SPD, ενώ το κεντροαριστερό κόμμα εμφανίζεται απρόθυμο να ανοίξει ξανά τη διαπραγμάτευση για ένα συνταξιοδοτικό σχέδιο που είχε συμφωνηθεί εκ των προτέρων ως μέρος της κυβερνητικής προγραμματικής συμφωνίας. Παράλληλα, ο Μερτς έχει αποκλείσει τόσο την προοπτική κυβέρνησης μειοψηφίας όσο και κάθε συνεργασία με την AfD, περιορίζοντας τις εναλλακτικές λύσεις σε περίπτωση νέας κρίσης.

Την πολιτική αβεβαιότητα συνοδεύει η πίεση από τους οικονομικούς φορείς. Ο πρόεδρος του BDI Πέτερ Λάιμπινγκερ προειδοποιεί ότι «η οικονομία βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση» και ότι κάθε μήνας χωρίς αποτελεσματικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κοστίζει θέσεις εργασίας και ευημερία, περιορίζοντας τα μελλοντικά περιθώρια δράσης του κράτους. Για τις επιχειρήσεις, το διακύβευμα δεν είναι μόνο η τύχη ενός νομοσχεδίου στη Μπούντεσταγκ, αλλά η ικανότητα της Γερμανίας να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της σε ένα περιβάλλον αυξημένων γεωπολιτικών και οικονομικών πιέσεων.

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Διεθνή
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας
Διεθνή: Περισσότερα άρθρα
Συναγερμός από τη Γερμανική Εποπτική Αρχή: Η Τεχνητή Νοημοσύνη φέρνει κινδύνους για τις τράπεζες
«Παρατηρούμε αυτή την περίοδο την ανάπτυξη τόσο κάθετων όσο και οριζόντιων συνδέσεων, οι οποίες είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό από έξω πώς λειτουργούν», δήλωσε ο Νίκολας Σπέερ
High-tech abstract background global financial market interface with world map and digital candlestick chart overlay. Concept for international economics, blockchain and cryptocurrency trading
Σε διαπραγματεύσεις με Chevron και Exxon Mobil η Τουρκία για συμφωνίες πετρελαίου και φυσικού αερίου
Το σχέδιο προσθέτει ένα νέο επίπεδο στην αναπτυσσόμενη σχέση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν γίνει μια σημαντική πηγή μακροπρόθεσμου εφοδιασμού με φυσικό αέριο για την Άγκυρα
Αγωγοί φυσικού αερίου